Απευχόμουν μια ζωή την ώρα και τη στιγμή που θα χρειαζόταν να βρεθώ σε κάποια εφορία, σε κάποιο ΚΕΠ, σε κάποιο δημόσιο νοσοκομείο για εξετάσεις, εν γένει σε κάποια δημόσια υπηρεσία.
Η λέξη «γραφειοκρατία» είχε εντυπωθεί στον νου μου ανεξήγητα ήδη από νωρίς, αφού όπου κι αν ξεκινούσε μία συζήτηση που να αφορούσε τα προβλήματα της Ελλάδας, τσουπ, η λέξη «γραφειοκρατία» ανέθρωσκε. Θέμα έκθεσης στο σχολείο, τσουπ, κι η ‘γραφειοκρατία’. Ειδήσεις, ενημερωτικές εκπομπές, εφημερίδες, παντού αυτή η λέξη. Τι να κάνω κι εγώ, πριν καν χρειαστεί να τη συναντήσω, με έκαναν να τη φοβάμαι δίχως να έχω πολυκαταλάβει καν πώς ξεφυτρώνει και να αποφεύγω τις δημόσιες υπηρεσίες όπως ο διάολος το λιβάνι. Ακόμα, δηλαδή, δεν έχω αξιωθεί να μεταφέρω τα εκλογικά μου δικαιώματα στην πρωτεύουσα παρά τις αλλεπάλληλες οχλήσεις του πατέρα μου.
Εν πάσει περιπτώσει, όταν μεγάλωσα και συνειδητοποίησα πως πέρα από μία μεγάλη λέξη που πάντα με ταλαιπωρούσε από το –ί- στο τέλος της, είναι και μια λέξη που έχει υλική υπόσταση, άρχισε αυτός ο φόβος να μεταλλάσσεται σε εκνευρισμό. Μία φορά στη ζωή μου χρειάστηκε να πάω σε εφορία –γιατί η ενηλικίωση αν μη τι άλλο φέρνει την γραφειοκρατία μπροστά σου- και ορκίστηκα να μην ξαναπατήσω το πόδι μου εάν δεν υπάρξει απόλυτη ανάγκη. Χρειάστηκε να γυρίσω ολόκληρο το τριώροφο -μπορεί και τετραώροφο- κτήριο, να κάνω δύο εμφανίσεις στο συνοικιακό βιβλιοπωλείο για να μου φωτοτυπήσουν μία σωρεία χαρτούρας και εν τέλει περίμενα στην ουρά πάνω από μία ώρα. Μέχρι και φιλίες έπιασα με δύο νεαρούς λογιστές, οι οποίοι για να περάσει η ώρα μου εξιστορούσαν περιστατικά που είχαν συμβεί σε κάποια προηγούμενη αναμονή τους. Περιττό να προσθέσω πως ήξεραν όλους τους υπαλλήλους στα γραφεία..
Από τότε έχουν περάσει κάπου 2 χρόνια κι ευτυχώς το δυστύχημα που ονομάζεται ελληνικό δημόσιο δεν χρειάστηκε να με ενοχλήσει ξανά. Ευτυχώς ανοίξανε και την ηλεκτρονική κατάθεση φορολογικών δηλώσεων και δεν χρειάζεται να με σέρνει ο μπαμπάς μου για τα διαδικαστικά. Τεχνολογία, βρε παιδί μου. Την ανακαλύπτει αργά η Ελλάδα, αλλά τουλάχιστον την ανακαλύπτει. Έλα όμως που δεν υπολόγιζα ποτέ μου τι θα μου ξημέρωνε… Από αλλού το περίμενα και από αλλού μου ήρθε.
Υπόθεση ERASMUS. Τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχω μπλέξει σε μία κατάσταση που εύκολα θα την αντάλλασσα με οποιαδήποτε αναμονή σε δημόσια υπηρεσία. Η διαδικασία που χρειάζεται και η χαρτούρα που απαιτείται για να καταφέρει ο φοιτητής να πάει σε πανεπιστήμιο του εξωτερικού με το πρόγραμμα Erasmus, είναι άνευ περιγραφών. Η τεμπέλικη πλευρά του εαυτού μου προσπαθεί να με κάνει να ακυρώσω τη συμμετοχή μου, μα της επισημαίνω πως και η άρνηση της ερασμιακής υποτροφίας επισύρει μαζί της άλλη μια σωρεία χαρτούρας, οπότε το ξανασκέφτεται και ηρεμεί.
Να φτιάξεις βιογραφικό, να βρεις τη βαθμολογία σου και να φωτοτυπήσεις πτυχία, πάει στο καλό, λες είναι λογικό. Πώς θα ξέρουν οι δύσμοιροι οι καθηγητές ποιους να επιλέξουν; Και πες σε επιλέγουν, ενθουσιάζεσαι και χαίρεσαι, αλλά μόνο μέχρι να σου κοινοποιηθούν οι πρώτες οδηγίες για τις κινήσεις σου. Ηλεκτρονικές αιτήσεις, έντυπες αιτήσεις, υπογραφές από 3-4 άτομα, κάποια θα λείπουν από τα γραφεία τους, θα πρέπει να ξαναπάς, κάποια από το εξωτερικό, δηλαδή fax και emails ασταμάτητα, επικοινωνία με καθηγητές, αναζήτηση κοινών μαθημάτων, ξανά emails για επιβεβαίωση πως μπορούμε να επιλέξουμε τα μαθήματα, άντε να βρεις και τις ECTS μονάδες, αλλά ECTS πουθενά, οι Γερμανοί τις λένε LP και τα sites τους είναι πιο πληθωρικά και από vintage φορέματα της δεκαετίας του ’70. Συγκεντρώνεις ΑΦΜ,ΑΜΚΑ, πας ανοίγεις λογαριασμούς στις τράπεζες, κάνεις έναν σορό κινήσεις, με μια εξεταστική να ελλοχεύει, και αν κάτι κάνεις λάθος, φτου από την αρχή οι εκτυπώσεις και η καταστροφή χαρτιών και αλληλένδετα δέντρων και δασών. Δηλαδή, ούτε καν οικολογική συνείδηση.
Και σας ρωτώ, πού είναι η τεχνολογία όταν την χρειαζόμαστε; Μωρέ κορόιδευα τους Έλληνες με την γραφειοκρατία τους αλλά και οι Γερμανοί και οι Ευρωπαίοι από όσο βλέπω δεν πάνε καθόλου πίσω. Άκουσα και τις προάλλες τον Βαρουφάκη που έλεγε για το πλαστικό χρήμα και θυμήθηκα το Εδιμβούργο όπου είχα βρεθεί πριν κανένα χρόνο και θυμήθηκα το εξής. Εκεί δεν υπάρχουν αποδείξεις, δεν τις χρειάζεσαι γιατί πριν ο κάθε επιχειρηματίας αποφασίσει να ανοίξει μια επιχείρηση, πληρώνει κατευθείαν ποσό στο κράτος και τελειώνει. Όλοι οι Σκωτσέζοι φορολογούνται αυτόματα και δεν μπλέκουν ούτε με ΦΠΑ, ούτε με αποδείξεις ούτε με τέτοιες ιστορίες. Χώρια που οι περισσότεροι πληρώνουν με κάρτα, όπως και οι περισσότεροι που είδα στη Σκανδιναβία. Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε. Και οικολογική συνείδηση.
Μετά από τόση χαρτούρα που ετοίμασα –κι ακόμα έτοιμη δεν είμαι- δικαιούμαι λίγο παραλήρημα. Εδώ τόσοι και τόσοι παραληρούν αέναα και δίχως δικαιολογίες στο ελληνικό έδαφος…