Βλέπω όσα γίνονται στην «γειτόνισσα» χώρα και αναρωτιέμαι…
Η Τουρκία του σήμερα, στο αύριο. Η Ελλάδα που μοιάζει με χτες, στο τώρα.
Βλέπω την φωτογραφία της κοπέλας με τα κόκκινα και δακρύζω. Μια κόκκινη επανάσταση – αίμα το φόρεμα της, λίγο πριν το πάρει ο άνεμος της αλλαγής. Αναρωτιέμαι πως είναι να νιώθεις αόρατος. Αναρωτιέμαι πως είναι η αίσθηση να προχωράς ανάμεσα σε κόσμο και να μην σε βλέπει. Πόσο βολικό να μην σε βλέπουν κάποιες φορές, βολικό για «αυτούς», για ένα εγωιστικό «εγώ» που σε κάνει, διάφανο!
Αχ ανθρωπάκο μου, που νεαντερνταλίζεις, βλέπεις όχι μόνο με τα μάτια, αλλά και με την ψυχή. Μα, έχεις ψυχή ανθρωπάκο; Πάρε το ρόπαλο σου και φόρα την γραβάτα σου, την ροζ ριγέ να βάλεις, που ταιριάζει χάρμα! Και το λευκό πουκάμισο, γιατί το αίμα θα γράψει καλύτερα στον φακό! Μα ναι, θα σε δείξουν τα κανάλια, θα σου πάρουν συνέντευξη, θα συνεντευξιαστείς, θα συνουσιαστείς, θα ενθουσιαστείς! Θα έχεις τα πέντε λεπτά δημοσιότητας που σου αναλογούν! Με ένα ψέμα, μια διαφθορά, μια διαφορά, μια καταδίκη, έναν ξυλοδαρμό που δεν πονά, έναν βιασμό που στο κάτω κάτω απολαυστικός θα είναι. Εσύ και το ρόπαλο σου! Παρωπίδες πήραμε; Καροτάκι έχουμε; Έτσι, μια χαρά σε βρίσκω! Η ψυχή… η ψυχή να μείνει τυφλή, τα μάτια να αποτυπώσουν ό,τι θέλει, ό,τι βολεύει. Τι ψυχή θα παραδώσεις ωρέ παλληκάρι; Τι θα πεις; Πως θα βγάλεις εισιτήριο για νέο ταξίδι σαν νέα ψυχή, αφού μόνος γύρισες τα χέρια σου και της έβγαλες τα… μάτια τα επτά! Εξιτήριο, όχι εισιτήριο ψυχής σου αξίζει!
Αναρωτιέμαι πως είναι να είσαι αόρατος; Να είσαι μόνο, δάκρυ, διάφανο δάκρυ.
Δάκρυ να είμαι και όχι ρόπαλο καρδιά μου φθαρτή, ψυχή μου άφθαρτη. Στην Ελλάδα ζω άλλωστε, που βλέπει ειδήσεις τρώγοντας ποπ κορν, άντε και πατατάκια με γεύση ρίγανη.