«Τούλιγα η καημένους τούλιγα. Κάτσι βρε γναίκα , ένινι τσιρός σήμιρα για ιλιές. Ε’ βλέπς πους η ουρανός είνι σκουκνός τσι πουλακζμένους; Δεν είνι σήμιρα για δλειά. Η Νουτιά βράζ’.»
Στο μυαλό μου έρχονται τα λόγια του παππού μου.
Αν δεν προέρχεσαι απ’ την ιδιαίτερη πατρίδα μου την Λέσβο , δύσκολα καταλαβαίνεις τα λεγόμενα του. Αν κατάγεσαι και εσύ όμως από κάποιο μέρος όπου η τοπική διάλεκτος δεν έχει εξαλειφθεί, μπορείς να νιώσεις την ανάγκη μου για αναπαραγωγή της ντοπιολαλιάς και τις μνήμες του τόπου που είναι ζωντανές και αλησμόνητες.
Οι Νεοελληνικοί διάλεκτοι (ή αλλιώς οι τοπικές διαφοροποιήσεις μιας Γλώσσας), στις μέρες μας δυστυχώς, παρουσιάζουν τάσεις συρρίκνωσης και σε πολλές περιπτώσεις οι ομιλητές της, εγκαταλείπουν το μέχρι πρότινος Γλωσσικό τους σύστημα, λόγω ισχυρής επίδρασης της Νεοελληνικής. Επίσης, οι διάλεκτοι δεν έχουν γραπτή παράδοση γι’ αυτό δύσκολα διατηρούνται στο χρόνο και έχουν στην ουσία εξοριστεί από τα σχολεία. Υπάρχουν όμως τοπικές παραλλαγές της Νεοελληνικής (πχ η ντοπιολαλιά της Λέσβου) που ακόμη αντιστέκονται.
Η Γλωσσολογία έχει κατατάξει την Λεσβιακή διάλεκτο στην κατηγορία των Βορείων Ελληνικών Ιδιωμάτων (όπως της Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Θράκης κ.α.). Μετά από χρόνιους πολέμους, δέχθηκε σημαντικές επιδράσεις από τις γλώσσες που ήρθε σ’ επαφή, δηλαδή την Τουρκική και Ιταλική, και τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται κυρίως από ηλικιωμένους όπου είναι λογικό πως υπάρχει συνεχής αλλοίωση σ’ όλα της τα επίπεδα (φωνητική, μορφολογία κτλ.).
Αν λοιπόν επισκεφτείς το νησί, θα διαπιστώσεις πως οι κυριότερες παραλλαγές της Λεσβιακής διαλέκτου είναι τα ιδιώματα στα χωριά Αγίασος, Μανταμάδος και Πλωμάρι. Και βέβαια, αν εξαιρέσεις τη σαρδέλα το ούζο και το λάδι, αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που αυτά τα μέρη είναι ξακουστά!
Εκτός λοιπόν από τα τοπικά προϊόντα που θα θελήσεις να δοκιμάσεις στην Λέσβο, δοκίμασε να συζητήσεις και με κάποιο “συγχωριανό” μου. Όμως μην τον παρεξηγήσεις αν πολλά μέσα απ’τον προφορικό του λόγο σου φανούν άγνωστα. Η ύπαρξη της Λεσβιακής ντοπιολαλιάς αποτελεί έναν απ’τους ισχυρότερους κρίκους της τοπικής κοινωνίας της Μυτιλήνης και ο καθένας τους φυσικά είναι άξιος θαυμασμού που μέσα από τη διάλεκτο κρατάει μια παράδοση, μια ιστορία ολόκληρου λαού και γλώσσας.