Στο “Μουσείο Νίκου Καζατζάκη” στη Μυρτιά, της Χριστίνας Καλογεροπούλου

Δημοσιεύθηκε

Ποιός δεν γνωρίζει το όνομα Νίκος Καζαντζάκης; Ο μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, μεταφραστής, φιλόσοφος, στοχαστής, ταξιδευτής με μια βιβλιογραφία πολυδιαβασμένη, είναι μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας και μάλιστα ο πιο μεταφρασμένος Έλληνας συγγραφέας παγκοσμίως. Τα έργα του αγαπήθηκαν, μελετήθηκαν και μεταφράστηκαν σε 40 διαφορετικές γλώσσες! Γίνανε ταινίες από καταξιωμένους σκηνοθέτες και μεγάλοι ηθοποιοί ενσάρκωσαν τους ρόλους που τόσο αριστουργηματικά έπλασε ο συγγραφέας. Μερικά μονάχα ονόματα που ενεπλάκησαν στη μεταφορά των έργων του Νίκου Καζαντζάκη στη μεγάλη οθόνη ήταν οι σκηνοθέτες Μιχάλης Κακογιάννης, Ζυλ Ντασέν και Μάρτιν Σκορτσέζε, αλλά και ηθοποιοί όπως ο Άντονι Κουίν, ο Άλαν Μπέιτς, η Μελίνα Μερκούρη, ο Πιερ Βανέκ και ο Γουίλλαμ Νταφόε.

Ο κρητικός συγγραφέας, που λάτρευε το νησί του και όπως είναι γνωστό πάντα κουβαλούσε λίγο χώμα από την πατρίδα του, είχε δύο μεγάλα πάθη στη ζωή του, το γράψιμο και τα ταξίδια. Μοίραζε έτσι ισάξια τα χρόνια της ζωής του σε αυτά τα δύο. Όπως έλεγε: «Το ιδανικό μου ήταν οχτώ μήνες ταξίδι και τέσσερις μήνες μοναξιά». Και ποιά είναι ιδανικότερη συνθήκη για να γράφει κανείς, εάν όχι η μοναξιά; Ξυπνούσε στις πέντε το πρωί και έγραφε απερίσπαστος… Έγραφε, μέχρι το τέλος της ζωής του, προσπαθώντας να πει όλα όσα είχε μέσα του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, μάλιστα, όπως αναφέρει η επί 33 χρόνια πιστή σύντροφός του Ελένη Σαμίου, παρακαλούσε να του δοθούν μερικά ακόμη χρόνια για να προλάβει να τελειώσει τα έργα του. Η Αναφορά στον Γκρέκο ήταν το τελευταίο του βιβλίο.

Η καταγωγή του «Καπετάν Μιχάλη», πατέρα του Νίκου Καζαντζάκη, ήταν από το χωριό Βάρβαροι, με σημερινή ονομασία Μυρτιά, 15χλμ έξω από το Ηράκλειο της Κρήτης. Ο ίδιος ο Νίκος Καζαντζάκης όμως γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Ηράκλειο πριν φύγει για τη Νομική της Αθήνας. Σήμερα, 130 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου συγγραφέα, το χωριό Μυρτιά έχει επωμιστεί ένα σπουδαίο έργο. Μετά από πρωτοβουλία του σκηνογράφου Γιώργου Ανεμογιάννη, ανεγέρθη το αυτοχρηματοδοτούμενο Μουσείο Νίκος Καζαντζάκης. Με τη σημαντική συμβολή της Ελένης Καζαντζάκη- Σαμίου, έχει δημιουργηθεί ταυτόχρονα ένα «κόσμημα» και ένα «θησαυροφυλάκιο» στην πλατεία του χωριού. Επισκέπτες από όλη την Ελλάδα, μα και από όλο τον κόσμο, περνούν τις πόρτες του Μουσείου για να γνωρίσουν λίγο καλύτερα τον κρήτη συγγραφέα. Στις αίθουσες του μουσείου μπορεί να βρεθεί κανείς μπροστά σε χειρόγραφα του ίδιου, σε σημειώσεις του, στην αλληλογραφία του με μεγάλα ονόματα της σκέψης, με ομότεχνους λογοτέχνες, με πολιτικούς. Επιπλέον, στις προθήκες υπάρχουν οι πρώτες εκδόσεις των βιβλίων του. Δεσπόζει λόγου χάριν η Οδύσσεια που εκδόθηκε το 1938.

Δωρεές φίλων του Καζαντζάκη, της πρώτης συζύγου του Γαλάτειας αλλά και της Ελένης, της δεύτερης και τελευταίας, καθώς και διάφορων ανθρώπων που έτυχε να συναντηθούν με τον συγγραφέα, έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν έναν χώρο γεμάτο προσωπικά αντικείμενα, κοστούμια από παραστάσεις των θεατρικών έργων του συγγραφέα, πορτρέτα, προσωπογραφίες καθώς και διάφορα μεταφρασμένα έργα του. Κάπως έτσι, ο επισκέπτης μπορεί να βυθιστεί για λίγο στη ζωή του Νίκου Καζαντζάκη και να αναριγήσει από τη συγκίνηση και το δέος που θα τον πλημμυρίσουν μόλις αντικρίσει τα μικρούλικα γράμματα του συγγραφέα, αποτυπωμένα στα σημειωματάρια του.

Το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη, έχει γίνει ίσως ο πιο οργανωμένος χώρος προάσπισης και διάδοσης της προσωπικότητας του συγγραφέα. Στην Αθήνα είχε γίνει φέτος στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού μια έκθεση προς τιμήν των 130 χρόνων από τη γέννηση του συγγραφέα και πολλά από τα εκθέματα, όπως με ενημέρωσαν, είχαν προέλθει από το Μουσείο. Δεν νοείται επισκέπτης της Κρήτης, και δη του Ηρακλείου, να μην πάει να το δει, όπως και τον τάφο του συγγραφέα, καθώς και της Ελένης στον προμαχώνα Μαρτινέγκο στο Ηράκλειο. Το βράδυ ιδίως, οι ρομαντικές ψυχές θα μπορούσαν να πάνε μια βόλτα με το ταίρι τους, και να αγναντέψουν από τα τείχη τη θάλασσα, τον Ψηλορείτη, τα φώτα της πόλης, ή ακόμη και να ανάψουν ένα τσιγάρο και να καπνίσουν μαζί με τον σπουδαίο αυτό λογοτέχνη.

Βέβαια, η τελειότητα είναι μονάχα ουτοπία. Η Αχίλλειος πτέρνα του Μουσείου είναι η μεταφορά από και προς το χωριό Μυρτιά. Με λύπη μου συνειδητοποίησα πως για κάποιον που δεν έχει στη διάθεσή του αυτοκίνητο, είναι πολύ δύσκολο να καταφέρει να φτάσει. Υπάρχει μονάχα ένα δρομολόγιο ΚΤΕΛ, Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή μεσημέρι από το Ηράκλειο. Χώρια που οι μισοί, εάν όχι όλοι (για να μην γίνομαι και υπερβολική), με κοιτούσαν όλο απορία όταν ανέφερα τη λέξη Μυρτιά. Όμως, ακόμα κι αν πάει κάποιος στο Μουσείο, πώς γυρίζει; Για όσους έχουν υπομονή και ζήλο, μπορούν να πάρουν κάποιο άλλο ΚΤΕΛ – προσωπικά πήρα αυτό που πηγαίνει προς Καστέλι – και να σταματήσουν, όπως κι εγώ, στην περιοχή Κελιά. Από εκεί όμως, είναι γύρω στα δύο χιλιόμετρα μακριά. Οπότε, ή κάνετε οτοστόπ – δύσκολο βέβαια καθώς περνάνε ελάχιστα αυτοκίνητα – ή συνεννοείστε κάπως με το μουσείο ή κάποιο γκρουπ που πρόκειται να το επισκεφθεί για να μεταφέρει κι εσάς. Ο γυρισμός γίνεται με τον ίδιο τρόπο από τη θέση Κελιά. Τραγική η έλλειψη οργάνωσης και περισσότερο η έλλειψη βοήθειας που παρέχεται στο Μουσείο. Συνομιλώντας με την διευθύντρια του Μουσείου Βαρβάρα Τσάκα, τη «Βαρβάρα από τους Βαρβάρους» όπως τη λένε χαριτολογώντας, πληροφορήθηκα πως γίνονται προσπάθειες να ρυθμιστεί το εν λόγω πρόβλημα, αλλά μάταια. Πόσα όμως να κάνουν οι άνθρωποι που αγαπάνε τον πολιτισμό και προσπαθούν να προασπίσουν ό,τι μας έχει μείνει, εάν δεν υπάρχει κάποια στοιχειώδης βοήθεια; Πρέπει να θίξουμε το γεγονός πως το σπίτι του Καζαντζάκη στο Ηράκλειο, κατεδαφίστηκε και στη θέση του χτίστηκε πολυκατοικία! Ή μήπως να μιλήσουμε για το σπίτι του Παλαμά στην Αθήνα που άλλοι δεν έχουν ιδέα πού βρίσκεται και άλλοι, που ίσως και να έχουν κάποια ελάχιστη ιδέα, δεν το έχουν επισκεφθεί ποτέ; Βέβαια, όσοι το επισκέφτηκαν σίγουρα θα μετάνιωσαν βλέποντας ένα κτήριο ερειπωμένο, να παραπαίει και να φανερώνει πόσο ετοιμόρροπος είναι ο όποιος πολιτισμός μας έχει απομείνει..

Το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη είναι από τα λίγα εναπομείναντα στολίδια άξια επισκέψεως. Να το θυμάστε την επόμενη φορά που θα βρεθείτε στην Κρήτη και θα αναρωτιέστε όλο οκνηρία γιατί να «τρέχετε» μέχρι εκεί… Οι παραλίες μπορούν να περιμένουν. Οι γνωριμία με τον πολιτισμό μας όμως, δεν θα έπρεπε επ’ ουδενί!

Ακολουθήστε μας στο Google News

Facebook
Twitter
LinkedIn

Περισσότερα
άρθρα