«Ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», έγραψε το 19ο αιώνα ο Πρώσος στρατηγός Καρλ φον Κλάουζεβιτς στο έργο του «Περί Πολέμου». Σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε κάτι παρόμοιο, προσθέτοντας μια ακόμα φάση σε αυτή τη διαδικασία μετάλλαξης. Η οικονομική πολιτική είναι η συνέχεια του πολέμου με άλλα μέσα.

Το χειμώνα του 2014, στην Ουκρανία, οι κινητοποιήσεις υπέρ της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξελίχθηκαν σε εξέγερση που ανέτρεψε το φιλορώσο πρόεδρο της χώρας Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Λίγο αργότερα οι ρωσόφωνοι κάτοικοι της Κριμαίας και της ανατολικής Ουκρανίας αντέδρασαν βίαια, ζητώντας την αυτονόμηση των περιοχών τους και συγκρούστηκαν με τις κυβερνητικές δυνάμεις. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, όχι μόνο υποστήριξε τους αυτονομιστές αλλά εισέβαλε στην Κριμαία, την οποία και προσάρτησε.
Δυσαρεστημένες από τις εξελίξεις αυτές, οι Η.Π.Α, η Ε.Ε και άλλες χώρες του δυτικού κόσμου αποφάσισαν την επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Πολλοί τότε έκαναν λόγο για ένα νέο ψυχρό πόλεμο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αρχικά οι κυρώσεις περιλάμβαναν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις για σημαίνοντες Ρώσους πολιτικούς και επιχειρηματίες καθώς και πάγωμα των τραπεζικών τους καταθέσεων. Επίσης επιβλήθηκε ο περιορισμός της διεθνούς επιχειρηματικής δραστηριότητας αρκετών ισχυρών ρωσικών εταιριών. Καθώς όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχιζόταν η Δύση σκλήρυνε ακόμα περισσότερο τη στάση της. Οι νέες κυρώσεις στόχευαν πλέον στην οικονομία, την άμυνα και την ενεργειακή πολιτική της Ρωσίας. Ο Πούτιν ίσως να μην περίμενε ότι η προσάρτηση της Κριμαίας θα είχε τέτοιες συνέπειες. Η ικανότητά του να υλοποιήσει προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης έχει περιοριστεί σημαντικά. Το μεγαλύτερο πλήγμα για το Ρώσο πρόεδρο ήταν η διακοπή κάθε συνεργασίας με τη Δύση στα θέματα του ενεργειακού τομέα. Η κατάσταση αυτή δυσχεραίνει μέχρι σήμερα σημαντικά τις ρωσικές προσπάθειες έρευνας για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στη Μαύρη Θάλασσα. Ανάλογα εμπόδια τίθενται πλέον και στην εκμετάλλευση των ήδη υπαρχόντων κοιτασμάτων. Όλα αυτά τη στιγμή που το 65% των εξαγωγών της Ρωσίας αφορά το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.

Οι κυρώσεις της Δύσης όμως δεν είναι από μόνες τους υπεύθυνες για την οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει ο Πούτιν. Οι αιτίες είναι βαθύτερες και έχουν σχέση με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ρωσικής πραγματικότητας. Όπως αναφέρθηκε πριν, το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της Ρωσίας σχετίζεται με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, κάτι που καθιστά την οικονομία της χώρας ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας. Ουσιαστικά δεν υπάρχουν άλλου είδους ανταγωνιστικά ρωσικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές. Η οικονομική ανάπτυξη που συντελέστηκε επί Πούτιν δεν ήταν ισόρροπη.
Παράλληλα, αρκετοί τομείς της ρωσικής οικονομίας ελέγχονται από πανίσχυρους επιχειρηματίες οι οποίοι διατηρούν στενές σχέσεις με την κρατική εξουσία. Πρόκειται για το σύστημα του λεγόμενου ευνοιοκρατικού καπιταλισμού (Crony Capitalism) που εμποδίζει την ομαλή λειτουργία της αγοράς και οδηγεί στο σχηματισμό ολιγοπωλίων. Η στενή σχέση μεταξύ κράτους και ευνοουμένων οικονομικών δρώντων αποτρέπει τις επενδύσεις από επιχειρηματίες που δεν διαθέτουν ανάλογες πολιτικές διασυνδέσεις. Οι νόμοι παρακάμπτονται κατά το δοκούν ενώ η αδιαφάνεια στις λήψεις αποφάσεων και στις διαδικασίες χρηματοδότησης είναι ένα σύνηθες φαινόμενο.

Η κατάσταση επιδεινώνεται από κάποια νοσηρά φαινόμενα που δεν έχουν άμεση σχέση με την οικονομία, αλλά την επηρεάζουν σημαντικά. Η έλλειψη ενός αποτελεσματικού κράτους δικαίου, οι καταγγελίες για καταπάτηση των ατομικών δικαιωμάτων και φίμωση των ΜΜΕ αλλά και τα πολύ υψηλά επίπεδα κρατικής διαφθοράς, αποτελούν γνώριμα χαρακτηριστικά των συνθηκών που επικρατούν στη Ρωσία.
Τα παραπάνω στοιχεία συνθέτουν ένα μη υγιές περιβάλλον που ανέκαθεν αποθάρρυνε την επιχειρηματική δραστηριότητα Ρώσων και ξένων επενδυτών και δεν προοιώνιζε κάτι θετικό για το ρούβλι. Μια οικονομία στηριζόμενη σε γερές βάσεις θα μπορούσε να αντέξει τις οποιεσδήποτε κυρώσεις και να ανασυνταχθεί. Ένα τείχος δεν πέφτει μόνο λόγω της δύναμης του πολιορκητικού κριού που το χτυπά αλλά και επειδή οι πέτρες που το συναποτελούν είναι σαθρές.