Ξέρω τι νιώθεις… Ναι, εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές ξέρω τι νιώθεις…
Ο χρόνος, δεν σου φτάνει, δεν τον φτάνεις, κυνηγητό στην αλάνα του κόσμου μας. Μια γειτονιά αυτός ο ουρανός και ποτέ να μην τελειώνει το παιχνίδι ο χρόνος… Δεν προλαβαίνεις να φτιάξεις το πρωινό υπερπαραγωγή που βλέπεις στα διαφημιστικά σποτ. Καλά καλά, ένα καφέ για να πάρεις στο αμάξι δεν προλαβαίνεις να ετοιμάσεις. Έναν καφέ που χύνεται, μα λεφτά δεν παίρνεις, έναν καφέ που φουσκώνει θυμωμένος, που βράζει σαν τα μέσα σου για το λίγο του χρόνου. Και στην δουλειά όλο θέλουν, χωρίς να ρωτούν τι θες εσύ, τι πίστευες εσύ, πως αντιλαμβάνεσαι εσύ την αποδοτικότητα, την ανάπτυξη, την αμοιβή, την ισότητα, την δικαιοσύνη. Και μετά τα παιδιά στο σχολείο, πάλι άργησες, πάλι περίμεναν, πάλι θα πάρεις κάτι στα γρήγορα από το super market, μια μακαρονάδα βάλε, μια πουτανέσκα για την πουτάνα την ζωή που μας χρεώσανε. Και τα φροντιστήρια και οι φίλοι που κάτι έχουν να σου πουν κάτι έχεις να τους πεις. Και το αυτοκίνητο που τρέχει μαζί με το μυαλό σου, μαζί με τον χρόνο και το cd με το «wildest moments» και το ΑΝ να λιώνει, να φθείρεται, να γρατζουνιέται. Βάζουν τραυμοπλάστ στις γρατζουνιές στην καρδιά; Στην μνήμη; Στα όσα γίνονται; Βάζουν; Ποιοι βάζουν τα όρια; Θέλω να χαλάσουν τα φρένα μου, θέλω να βρω μια κατηφόρα, θέλω να βγάλω τα τακούνια και να βάλω σπορτέξ, να σκαρφαλώσω σε βουνό, να πατήσω απάτητο χορτάρι να ανοίξω μια πόρτα στο κενό. Να πέσω. Ωραία είναι να πέφτεις… Πέφτουν μόνο όσοι πετούν… Ωραία είναι να αφήνεσαι, σε μια βόλτα!
Ξέρω τι νιώθεις, ξέρω τι σε έκαναν να νιώθεις οι γύρω σου, οι εντός σου, οι αρχηγοί σου, οι αγέλη των ηγετών σου. Λίγος, ανεπαρκής και ο χρόνος να μην φτάνει ποτέ. Ξέρω τι πρέπει να κάνεις. Να τους αγνοήσεις, να πειστείς ότι το λίγο είναι πολύ, τα “πολύ” που είναι λίγο να σε φοβίζουν. Μην βιαστείς σήμερα, κάνε τα όλα όπως εσύ θες, όπως εσύ γουστάρεις, γιατί δεν μπορεί, για να με διαβάζεις την ίδια τρέλα κουβαλάς. Ακριβώς την ίδια…
Ουπς… ο καφές χύθηκε!