Ο Θάνατος του ιερού ελαφιού, του Πάνου Λιάκου

Δημοσιεύθηκε

Άργησα κάμποσο να διατυπώσω σκέψεις για την πιο πρόσφατη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου. Κι αυτό είναι καλό από μια άποψη, υποθέτω. Διότι πρόκειται για ένα σινεμά που ιντριγκάρει το μυαλό μας και γεννά ερωτήματα που προσπαθούμε να απαντήσουμε.

ταινία του Γιώργου Λάνθιμου

 

Μας φέρνει αντιμέτωπους με εικόνες σοκαριστικές που γυρίζουν στο κεφάλι μας για πολλές μέρες μετά την προβολή. Ακόμη κι αν δεν ταιριάζει η ιδιοσυγκρασία μας με τη ματιά του Γιώργου Λάνθιμου, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι είναι οραματιστής, τολμηρός και ότι έχουν καταφέρει μαζί με τον Ευθύμη Φιλίππου να φτιάξουν ένα σύμπαν μοναδικό μέσα από μια γραφή πότε ψυχρά αποστασιοποιημένη και πότε σουρεαλιστική που έχει αναγνωριστεί τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου με την υποψηφιότητα που πέτυχαν πέρυσι για τον Αστακό.

Ξεκινώντας, δεν θα ήταν υπερβολή αν ισχυριζόμασταν ότι μαζί με την Αποστολή στη Μπριζ του Μάρτιν ΜακΝτόνα, οι δυο τελευταίες ταινίες του Λάνθιμου διαθέτουν τις καλύτερες ερμηνείες που έχει δώσει ποτέ ο Κόλιν Φάρελ. Ακόμη κι αν έχει δηλώσει ότι ανά στιγμές δεν γνωρίζει πού το πάει ο Έλληνας σκηνοθέτης, παρόλα αυτά μοιάζει να είναι πλήρως αφοσιωμένος. Εν προκειμένω ενσαρκώνει έναν καρδιολόγο που έχει πιάσει φιλίες με το Μάρτιν,  συμμαθητή της έφηβης κόρης του, δίχως να μπορεί να φανταστεί το τι θα ακολουθήσει. Διότι στην πραγματικότητα ο γιατρός ευθύνεται για ένα λάθος που στοίχισε τη ζωή του πατέρα του Μάρτιν. Το ψυχολογικό προφίλ του εφήβου (όπως οπωσδήποτε και όλων των υπόλοιπων χαρακτήρων) είναι πολύπλοκο, φαντάζομαι θα αποτελεί πρόκληση για όσους ασχολούνται συστηματικά με την ψυχανάλυση και την ψυχολογία να δουν όλον αυτό το θυμό, τη στέρηση του πατρικού προτύπου, τον ψυχαναγκασμό,  τα ψήγματα καταπιεσμένης ομοφυλοφιλίας συγκεντρωμένα στο πρόσωπο ενός μόνο χαρακτήρα που σάρκα και οστά του δίνει ο τρομακτικά καλός Μπάρι Κιόγκαν. Τόσο καλός που πολλοί δεν θα απορούσαν αν τον έβλεπαν στις επερχόμενες υποψηφιότητες της Αμερικάνικης Ακαδημίας για το β’ ανδρικό ρόλο . Όχι ότι είναι λιγότερο καλή η Νικόλ Κίντμαν (και τι γοητευτική παρουσία παραμένει) που υποψιάζομαι ότι ενθουσιάστηκε από το σενάριο των Λάνθιμου-Φιλίππου επειδή θα της έφερε στο νου τον Στάνλεϋ Κιούμπρικ και τον εμπνευσμένο τρόπο που κινούσε την κάμερά του.

Φυσικά και δεν το αναφέρω τυχαία αυτό, μιας και θέλω να περάσουμε στον τομέα του camera movement που εδώ κάνει θαύματα όσο καμία άλλη φορά ο Λάνθιμος. Δεν κρύβει ότι είναι μαθητής του Κιούμπρικ-οι περισσότεροι σκηνοθέτες ούτως ή άλλως θεωρούν μάθημα τις κινήσεις της κάμεράς του ειδικότερα σε φιλμ όπως η Λάμψη, το Κουρδιστό πορτοκάλι και τα Μάτια ερμητικά κλειστά. Ακόμη κι αν σε σημεία δεν μπορείς να καταλάβεις τι γίνεται ακριβώς, ποια η σχέση με την Ιφιγένεια του Ευριπίδη (πράξις σπουδαία αυτό που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο γιατρός- ένα μέλος της κοινωνίας που όλοι σεβόμαστε, το στοιχείο του υπερκόσμιου παρότι φυσικά και δεν είναι πλέον οι κοινωνίες μας θεοκρατικές τονίζεται κομμάτι από τη σκηνογραφία και άλλοτε από χαρακτηριστικά πλάνα όπως εκείνο με την κατάρρευση του αγοριού στο νοσοκομείο), εντούτοις ακόμη και πολύ μετά την προβολή σου μένει η αίσθηση ότι παρακολούθησες σινεμά βαρβάτο.

Ο Γιώργος Λάνθιμος κάνει την έξυπνη κίνηση και κρατά τους βασικούς του συνεργάτες κοντά, εκείνους που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της γλώσσας του, το Θύμιο Μπακατάκη στη φωτογραφία και το Γιώργο Μαυροψαρίδη στο μοντάζ. Το music department έρχεται να συμπληρώσει το πάζλ με μελωδίες που μας έχουν σε αγωνία και σε μια διαρκή αίσθηση του κινδύνου.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Facebook
Twitter
LinkedIn

Περισσότερα
άρθρα