Καλημέρα, τι κάνετε; Πώς είστε; Μια τρομάρα την πήρατε με τη φωτογραφία που συνοδεύει το σημερινό άρθρο. ‘’Μα πού πήγε εκείνο το όμορφο παιδί που ερωτευτήκαμε στο ‘’Πώς να χωρίσετε σε 10 μέρες’’;, θα αναρωτιέται ο γυναικείος πληθυσμός. Θυσία για την υποκριτική τέχνη γίνεται τα τελευταία χρόνια ο Μάθιου ΜακΚόναχι. Αξίζει να θυμηθούμε ότι η προηγούμενη ολική του μεταμόρφωση, τέσσερα χρόνια πριν για το ‘’Dallas Buyers Club’’, του χάρισε και το Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου.
Στο ‘’Gold’’ (που είναι εμπνευσμένο εν μέρει από αληθινά περιστατικά) ο ΜακΚόναχι μεταμορφώνεται σε έναν ξεπουπουλιασμένο επιχειρηματία (με φαλάκρα και πολλά κιλά βαρύτερος) που το 1988 με τη βοήθεια του γεωλόγου Μάικλ Ακόστα θα πάει μέχρι τη μακρινή Ινδονησία προς αναζήτηση κοιτασμάτων χρυσού. Η περιπέτεια που θα ξεκινήσει εκεί δεν θα τελειώσει με την εύρεση της φλέβας χρυσού αλλά θα συνεχιστεί και με την επιστροφή στη Νέα Υόρκη όπου θα δούμε πλέον τις διαπραγματεύσεις της εταιρείας του ΜακΚόναχι με άλλους μεγαλοκαρχαρίες και τις σχέσεις του πρωταγωνιστή με τη σύντροφό του κατά τη διάρκεια της ανόδου αλλά και της πτώσης του.
Δεν είναι μια σπουδαία ταινία. Κι είναι παράξενο το ότι το αποτέλεσμα εδώ δεν ικανοποιεί απολύτως μιας και στο τιμόνι της σκηνοθεσίας βρίσκεται ο Στίβεν Γκάγκαν που είχε δώσει την αγωνιώδη ‘’Syriana’’ και που είχε βραβευτεί με το Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου για το ‘’Traffic’’, από τις πιο αναγνωρίσιμες ταινίες του Στίβεν Σόντερμπεργκ. Όσον αφορά στο μεσοδιάστημα από το ‘’Syriana’’ μέχρι το ‘’Gold’’, ο Γκάγκαν, καταπιάστηκε με ελάχιστα πρότζεκτ, τηλεοπτικής φύσεως κι αυτά. Όπως και στην τηλεόραση έχουν δουλέψει πολύ οι δυο σεναριογράφοι του ‘’Gold’’, Πάτρικ Μάσετ και Τζον Ζινμαν. Από κινηματογραφικά έχουν στο ενεργητικό τους μονάχα το σενάριο της πρώτης ‘’Λάρα Κροφτ’’ με την Αντζελίνα Τζολί. Γιατί να μην προσπαθούσε να καταπιαστεί με το σενάριο εδώ ο Γκάγκαν;
Αυτές οι τηλεοπτικές καταβολές των σεναριογράφων, πάντως, είναι εμφανείς τόσο στις καλές όσο και στις λιγότερο εύστοχες στιγμές του φιλμ. Θα λέγαμε ότι είναι ένα σενάριο όπου τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το χαρακτήρα του Μάθιου ΜακΚόναχι. Έναν ΜακΚόναχι γεμάτο ενέργεια που καταφέρνει να μας δώσει μια φιγούρα της εποχής των ‘80ς που κυνηγάει μετά μανίας το χρυσάφι. Νευρικές κινήσεις και σπασμοί του προσώπου του, μας φέρνουν στο νου κάτι από Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Στο σύνολό του, ένας ρόλος που φαίνεται να έχει δουλευτεί περισσότερο στην εξωτερική του όψη με τη συνεπικουρία του ενδυματολογικού τμήματος και κυρίως του μακιγιάζ.
Κι είναι μεγάλο κρίμα μέσα σε όλα αυτά που οι β’ ρόλοι είναι ισχνά σχεδιασμένοι και δεν έχουν τις μεγάλες τους σκηνές και κλιμακώσεις όπως στα σενάρια που βραβεύονται από τις ενώσεις και τα Όσκαρ. Εδώ αισθάνεσαι ότι θα μπορούσε να είχε γραφτεί μια σκηνάρα πάνω στον Έντγκαρ Ραμίρεζ, αλλά αυτό δεν συμβαίνει ποτέ τελικά. Ο Κόρεϊ Στολ, πάντως, που τόσο θαυμάσαμε και στο ‘’Café Society’’ του Γούντι Άλεν, επιβεβαιώνεται σαν καλός υποστηρικτικός και περιμένουμε να δούμε αν θα αξιοποιηθεί περαιτέρω στα επόμενα βήματά του. Ως σύντροφος του ΜακΚόναχι, η Μπράις Ντάλας Χάουαρντ έχει κάποιες καλές στιγμές στο δεύτερο μέρος του φιλμ και ειδικότερα όταν ο παρτενέρ της έχει αρχίσει να απολαμβάνει υπέρ το δέον τη μεγάλη επιτυχία του κι εκείνη μάταια προσπαθεί να τον προστατεύσει και να τον κρατήσει προσγειωμένο.
Υπάρχουν στιγμές που αισθάνεσαι ότι παρακολουθείς μια σάτιρα που φλερτάρει με το ύφος του ‘’Λύκου της Γουόλ Στριτ’’ χωρίς όμως η εικονοποιία να είναι εξίσου τολμηρή με το σκορσεζικό έργο. Σχετικά με το soundtrack της ταινίας, είναι απολαυστικό και δεν γίνεται ποτέ κιτς για να υπογραμμίσει τη δεκαετία στην οποία βρισκόμαστε . Ήταν μάλιστα και η μοναδική κατηγορία στην οποία αναγνωρίστηκε ως ταινία από τις φετινές Χρυσές Σφαίρες. Τι αναγνώριση είναι αυτή όμως; Μια υποψηφιότητα όλη κι όλη για το ομότιτλο τραγούδι με τη φωνή του Ίγκι Ποπ και μάλιστα σε μια χρονιά όπου όλος ο πλανήτης σιγομουρμουρίζει το ‘’City of stars’’ του οσκαρικού φαβορί ‘’La La Land’’.
Μπορεί να μην έχουμε να κάνουμε με κανένα αριστούργημα (κι ας βιάζονταν πολλοί να μιλήσουν για οσκαρική ερμηνεία του ΜακΚόναχι προτού καν βγει η ταινία στις αίθουσες) αλλά παρακολουθείται με ενδιαφέρον κυρίως λόγω των πλείστων ανατροπών και ειδικότερα των τεκταινομένων του τελευταίου μέρους.