«Είμαι πλέον πεπεισμένη. Όλα είναι θέμα μοίρας. Ή μήπως τύχης; Ή μήπως είναι το ίδιο πράγμα; Τέλος πάντων, ένα είναι σίγουρο. Αν είναι να γίνει κάτι, θα γίνει.».
Εν μέσω ενός αρκετά ζεστού καλοκαιριού και μιας καυτής οικονομικής κρίσης, ήρθα αντιμέτωπη με το θέμα που απασχολεί χιλιάδες νέους ανθρώπους αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Το όνομα αυτού «Μηχανογραφικό 2013». Στα τόσα προβλήματα, όμως, που έχει η χώρα να αντιμετωπίσει αυτό τον καιρό, ίσως αυτό φαντάζει το πιο απλό για τους περισσότερους. Αλλαγές, τροποποιήσεις, νομοσχέδια για ένα καλύτερο αύριο και μια ανάκαμψη… εν όψει! Και είναι, λοιπόν, όλα αυτά από τη μια κι εμείς στην αντίπερα όχθη να πρέπει να αποφασίσουμε σε δέκα μέρες για το μέλλον μας. Χωρίς βοήθεια, χωρίς στήριξη, χωρίς τίποτα. Χαμένα όνειρα λόγω μορίων που δεν συγκεντρώθηκαν, εξαιτίας της αυθαίρετης πρωτοβουλίας για πρωτοτυπία στις Πανελλαδικές εξετάσεις, που ολοκληρώθηκαν με όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία, απ’ ό,τι φαίνεται.
Δεν γκρινιάζω, προς Θεού! (άλλωστε δεν έχω λόγω να το κάνω, όλα μου πήγαν κατ’ ευχή). Απλώς, δεν εθελοτυφλώ μπροστά σε μια κατάσταση που με συμφέρει, αφού θα μπορούσε να είναι καλύτερη αν είχαν μπει κάποιες προτεραιότητες. Η γενιά του ’95 δεν ήταν τυχερή φέτος. Αυτό για πολλούς σημαίνει ότι δεν θα γνωρίσουν την ευτυχία. Την ευτυχία να αγγίζεις τους στόχους σου, να εκφράζεις τις επιθυμίες σου, να χαμογελάς, να ζεις. Βλακείες. Ο καθένας μπορεί να ακολουθήσει πιστά το φωτεινό αστέρι που τον καθοδηγεί υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, χωρίς να εξαρτάται από τα ‘μαγικά’ κουτάκια του μηχανογραφικού. Κάποιοι θα αναζητήσουν την τύχη τους και θα ξεκινήσουν την ζωή τους όπου «κλειδώσουν τα μόρια τους με την βάση της σχολής που επιθυμούν/ή μιας οποιαδήποτε σχολής», κάποιοι θα φύγουν στο εξωτερικό.
Μετά από έξι χρόνια σε δίγλωσσο σχολείο, συνειδητοποίησα ότι τίποτα δεν είναι όπως στην αρχή. Ξεκίνησα να φοιτώ σε αυτό το σχολείο με προοπτική φυγής για σπουδές στο εξωτερικό με το πλήρωμα του χρόνου. Κατέληξα με αυτή την προοπτική ως μόνη λύση. Και δεν συνέβη μόνο σε μένα αυτό. Συνέβη και στον αριστούχο απόφοιτο, αλλά και σε αυτόν που έβγαλε 6.000 μόρια και «δεν έχει καμία ελπίδα», όπως λένε. Στο διαγώνισμα προσομοίωσης τον Απρίλιο, λίγο πριν τις Πανελλαδικές, στο μάθημα της έκθεσης μας έβαλαν ένα άρθρο που, μεταξύ άλλων, ανέφερε «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της». Ορμήξαμε να κάνουμε την περίληψη και χάσαμε την ουσία που παρουσίαζε γλαφυρά την σημερινή κατάσταση, σκιαγραφώντας στρατιές αδύναμων και ανίκανων νέων, που σιγά-σιγά θα οδηγήσουν τη χώρα σε μια ακόμη πιο καταστροφική ύφεση.
Φταίνε, λοιπόν, όσοι εγκαταλείπουν την Ελλάδα για την μεγαλύτερη πιθανότητα αξιοπρεπούς ζωής, ή εμείς που μένουμε πίσω και περιμένουμε καρτερικά κάποια αλλαγή; Γιατί φταίει η νέα γενιά από την στιγμή που η Ελλάδα είναι αυτή που «τρώει τα παιδιά της»; Είναι θέμα καλής τύχης ή στρατηγικής να καταφέρει κάποιος να επιβιώσει σε μια χώρα που καταρρέει; Ρωτάμε, αλλά μέχρι στιγμής κανείς δεν μας έχει απαντήσει.
Οι επιλογές, λοιπόν, που μας δίνονται είναι δύο. Ή υπομένουμε ό,τι τύχει να βρεθεί στον δρόμο μας, με την ελπίδα της ανάκαμψης, ή αποφασίζουμε να ρισκάρουμε και ας καταλήξουμε στη ζημία. Όμως η χώρα μας, το – μέχρι πρόσφατα – λίκνο του πολιτισμού, των τεχνών και της ανάπτυξης, είτε μας καθηλώνει στα σύνορά της για πάντα είτε μας εξωθεί έξω από αυτά χωρίς επιστροφή. Και είναι αυτή ακριβώς η στιγμή που όλες οι Γερμανίες και οι Αμερικές φαντάζουν ιδανικές πατρίδες. Λυπάμαι που το λέω, αλλά μας διώχνετε. Γιατί μας μετράτε με νούμερα την ώρα που δεν μπορείτε ούτε οι ίδιοι να τα χειριστείτε. Καληνύχτα Ελλάδα. Τοις τολμώσιν η τύχη ξύμφορος. (Θουκυδίδης)
Η Κορίνα Οικονομοπούλου είναι απόφοιτη των εκπαιδευτηρίων Εληνογερμανική αγωγή.