Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών έφερε στη σκηνή της για λίγες μέρες –17-21 Δεκεμβρίου- το έργο «Ο Υμπύ και η Επιτροπή της Αλήθειας» σε σκηνοθεσία του Νοτιοαφρικανού εικαστικού και σκηνοθέτη Ουίλλιαμ Κέντριτζ. Όμως η νέα αυτή εκδοχή της παράστασης είχε και κάτι ξεχωριστό· συμμετείχε και η Handspring Puppet Company, η νοτιοαφρικανή ομάδα κουκλοθεάτρου. Έτσι, λοιπόν, στη σκηνή συναντήθηκαν οι ηθοποιοί παρέα με τους ήρωες-κούκλες και μαζί με την βοήθεια της οπτικοακουστικής τεχνολογίας δημιουργήθηκε μία σύζευξη αρμονική.
Το θέμα της παράστασης; Το άπαρτχαιντ και ο ρατσισμός που βίωναν, μόλις μέχρι πριν μερικές δεκαετίες, όλοι οι μελανόχρωμοι κάτοικοι της Νοτίου Αφρικής. Η παράσαση έκανε πρεμιέρα το 1997 στο Γιοχάνεσμπουργκ και συνέχισε με περιοδείες σε άλλες πόλεις της Νοτίου Αφρικής, στην Ευρώπη, την Αμερική και κατέληξε το 1999 στο Διεθνές φεστιβάλ θεάτρου του Λονδίνου. Έχουν περάσει 17 χρόνια από τότε. Το έργο που αποτελεί τη βάση της παράστασης δεν είναι άλλο από τον Βασιλιά Υμπύ του Alfred Jarry, ήδη από το 1896. Έργο που αντικατόπτριζε και αντικατοπτρίζει τον υπερρεαλισμό και τον ντανταϊσμό, που ο συγγραφέας του επινόησε την ‘Παταφυσική, «την επιστήμη», όπως γράφει, «των φανταστικών λύσεων», μία παρωδία της επιστήμης του σύγχρονου κόσμου με στόχο τη μελέτη των φαινομένων πέρα από τα μεταφυσικά.
Σε αυτή την παράσταση, ο Υμπύ δραστηριοποιείται στην Νότια Αφρική του 19ου αιώνα, όπου, έχοντας διαπράξει εγκλήματα και βιαιοπραγίες κατά την περίοδο του άπαρτχάιντ, φτάνει αντιμέτωπος με την δικαιοσύνη, λόγω των ανακρίσεων της Επιτροπής της Αλήθειας και Συμφιλίωσης που είχε συγκροτήσει ο Νέλσον Μαντέλα. Η γυναίκα του, μία ευτραφής και ζωηρή Αφρικανή, νομίζει πως ο άντρας της την απατά τα βράδια των βασανιστηρίων και ψάχνει να βρει πού χάνεται ο Υμπύ και γιατί αργεί να γυρίσει. Παρέα τους έχουν βέβαια και τις μαριονέττες, τον Κέρβερο, το μυθικό πλάσμα με τα τρία κεφάλια, αλλά και τον Νάιλς, έναν κροκόδειλο-κατοικίδιο που ο Υμπύ τον ταΐζει τα αποδεικτικά στοιχεία των εγκλημάτων του που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να βγουν στο φως.
Η σύζευξη κωμωδίας αλλά και δράματος πετυχαίνει. Όπως είχε πει και σε μία συνέντευξή του ο ίδιος ο Κέντριτζ, στον Neil Cooper για τη σκωτσέζικη εφημερίδα Herald στις 25 Αυγούστου 2014, στο πλαίσιο της παράστασης στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου:
«Το στοίχημα ήταν πόσο κοντά θα μπορούσαμε να φέρουμε τις αρχειακές εικόνες και τα αρχειακά κείμενα από τις καταθέσεις των μαρτύρων με τη φάρσα και τα ακατέργαστα σκίτσα από τον κόσμο του Υμπύ. Είδαμε λοιπόν ότι όσο πιο κοντά έρχονταν μεταξύ τους, τόσο πιο ισχυρά γίνονταν, καθώς και ότι τα ακατέργαστα σχέδια βίας είχαν μια πραγματική βία μέσα τους όταν έρχονταν σε αντιπαράθεση με τις μαρτυρικές καταθέσεις.»
Ένα άλλο θέμα που έπρεπε να διευθετήσουν οι συντελεστές της παράστασης ήταν πώς θα έκαναν πιο αληθοφανείς τις φωνές του είχαν μιλήσει στην Επιτροπή. Τη λύση την έδωσαν οι μαριονέττες.
«Το ζήτημα του πώς θα χειριζόμασταν τις πραγματικές φωνές που είχαν μιλήσει λύθηκε με τη χρήση της κατεξοχήν τεχνητής γλώσσας μιας κούκλας που υποδύεται έναν μάρτυρα, οπότε καταλάβαινε κανείς ότι ήταν μια άλλη φωνή, αντί να έχεις ηθοποιούς να υποδύονται το συγκεκριμένο πρόσωπο. Είναι ένα περίπλοκο ζήτημα αυτό, δηλαδή η σχέση μεταξύ του αρχειακού υλικού από πραγματικα περιστατικά και της θεατρικότητας, καθώς και αυτό το διπλό παιχνίδι που παίζει κανείς όταν παρακολουθεί το έργο, να πιστέψει ή να μην πιστέψει όσα βλέπει και ακούει.»
Ο Υμπύ και η Επιτροπή της Αλήθειας ήταν ένα έργο διαχρονικά επίκαιρο. Έβαζε τον θεατή στο κλίμα της εποχής κι ας έχουν περάσει κάπου δύο δεκαετίες από τότε που θεωρούταν ανήκουστο και αδιανόητο ένας Αφρικανός να μιλήσει σε κάποιον «λευκό» πόσο μάλλον να πάει σε κάποιο μαγαζί «λευκών» να ψωνίσει. Ένα έργο βαρύ, θα το ονόμαζε κανείς, όμως δοσμένο με τόσο λεπτεπίλεπτο τρόπο που σε έκανε να μείνεις στην ουσία του νοήματός του χωρίς να νιώσεις ούτε λεπτό το συναίσθημα του ασήκωτου βάρους.
Όποιος το παρακολούθησε καταλαβαίνει τι εννοώ. Όποιος όμως δεν είχε αυτή την ευκαιρία, θα πρέπει σίγουρα να ανατρέξει στο πρόγραμμα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών που αυτή την περίοδο φέρνει εξαίρετα θεάματα. Και τι καλύτερο από μία παράσταση τις γιορτινές ημέρες;