Από τότε που άρχισε να διαδίδεται το facebook –τα τελευταία 3-4 χρόνια δηλαδή- και να συνδέονται με αυτό εταιρίες, καταστήματα, τύπος ακόμα και πανεπιστήμια και πλέον να αποτελεί καίριο μέσο ενημέρωσης και αλληλοσυντονισμού, άρχισαν να φουντώνουν και οι συζητήσεις περί facebook-ικού εθισμού και αντικατάστασης ωφέλιμων και ουσιωδών ενασχολήσεων με ατέρμονα κλικαρίσματα στη γαλανόλευκη αυτή σελίδα.
Όλο και περισσότεροι –νέοι κυρίως- προτιμούν να μιλούν μέσω του chat με τους φίλους τους αντί να βρίσκονται ή ακόμα κι αν συναντώνται κάπου έξω. Το κινητό –ως άλλη προέκταση του χεριού τους- πάντοτε βρίσκεται κι αυτό συνοδοιπόρος, εκεί, επάνω στο τραπέζι, ανάμεσα στο τασάκι και το ποτό, είτε για να τραβηχτεί μια φωτογραφία και εν συνεχεία αυτοστιγμεί να «ανεβαστεί» στο κοινωνικό δίκτυο, είτε για να περάσει η ώρα –λόγω βαρετής πιθανόν παρέας- είτε για να αποτελέσει κάποια άλλη ανάρτηση, αφορμή συζητήσεων στην παρέα. Το facebook, με μια φράση λοιπόν, έχει γίνει καθημερινότητα πλέον.
Για να πω και την δική μου αλήθεια, από τότε που έφτιαξα λογαριασμό –δεν θυμάμαι καν ποια ήταν η αφορμή, αλλά πάντοτε ψιλοέπαιζα με τα social media, από την εποχή του hi5 κιόλας – διάφορες σκέψεις έχουν τριβελίσει το μυαλό μου. Στην αρχή, περί το 2009, μιας και δεν είχαν πολλοί γνωστοί μου, δεν έμπαινα και πολύ συχνά. Ή κοιτώντας τώρα, τις τότε αναρτήσεις μου, κατά βάση μιλούσα μόνη μου! Ναι ναι, έγραφα στο τρίτο πρόσωπο –όσοι είχαν λογαριασμό από τότε καταλαβαίνουν τι εννοώ- και είχα κάποια συγκεκριμένα, ίδια άτομα με τα οποία μιλούσα. Πάντως, εκείνα τα χρόνια, κανένας δεν ασχολούταν ιδιαιτέρως με το facebook, τουλάχιστον στη δική μου γενιά. Υπήρχε ως κάτι καινούργιο και λίγο βαρετό, αφού δεν ήταν τόσο διαδεδομένο.
Καθώς όμως περνούσαν τα χρόνια, το facebook άρχισε να εδραιώνεται όλο και περισσότερο. Η κολλητή μου, αρνείται πεισματικά να δημιουργήσει λογαριασμό –κι όταν έμαθε μάλιστα πως εάν φτιάξεις, και τον απενεργοποιήσεις, τα δεδομένα σου δεν διαγράφονται ποτέ, έφριξε ακόμα περισσότερο- και θυμάμαι πως πριν 3 χρόνια περίπου όλοι οι γνωστοί της ενγεγραμμένοι χρήστες, της έλεγαν συνεχώς πως πρέπει να φτιάξει λογαριασμό –μαζί κι εγώ. Είχε αρχίσει, βλέπετε, να γίνεται η μόδα της εποχής. Εκείνη την περίοδο άρχισαν και οι έντονες συζητήσεις για τον εθισμό. Οπότε άρχισα να επηρεάζομαι κι εγώ με τη σειρά μου και να σκέφτομαι πως χάνω τον χρόνο μου, πως πρέπει να σβήσω τον λογαριασμό μου – μιας και δεν κάνω και κάτι ουσιώδες εκεί μέσα – και να ασχοληθώ με κάτι άλλο. Είχα δοκιμάσει και twitter, emails διαφόρων εταιριών, tumblr και διάφορα άλλα δίκτυα και μετά από λίγο τα βαρέθηκα, οπότε με την ίδια λογική, έλεγα πως σε λίγο καιρό θα αρχίσω να βαριέμαι και το facebook.
Έτσι κι έγινε –εν μέρει. Βαρέθηκα μα κανόνιζα χωρίς τον ξενοδόχο Mark, ο οποίος δεν θα άφηνε ούτε εμένα, ούτε μυριάδες άλλους χρήστες να επικαλεστούν το check out τους. Μέχρι να πάρω την απόφαση να σβήσω τον λογαριασμό μου, το facebook είχε γίνει τόσο μόδα, που όλοι –κυριολεκτικά!- είχαν αποκτήσει λογαριασμό, μέχρι και ηθοποιοί, συγγραφείς, μουσικοί, σκηνοθέτες, γενικότερα καλλιτέχνες. Θέατρα, κινηματογράφοι, εφημερίδες κατείχαν τις προσωπικές τους σελίδες, από όπου μπορούσες να ενημερωθείς, να έχεις στο ημερολόγιό σου events με επερχόμενες εκδηλώσεις, να κερδίζεις σε διαγωνισμούς. Μάθαινες μέχρι και αν και πού έγινε σεισμός. Η όποια είδηση, πρώτα βρισκόταν στο facebook και μετά οπουδήποτε αλλού. Για τη μαθητειώσα νεολαία που έχει και πανελλαδικές –τέλος πάντων, για εμένα- αυτή η γρήγορη ενημέρωση ήταν κάτι το θετικό. Δεν εννοώ φυσικά πως ενημερωνόμουν για τους πολέμους και άλλα βαρύγδουπα νέα από το facebook αλλά μάθαινες τα βασικά εάν δεν είχες χρόνο να ψάξεις ή να δεις ειδήσεις.
Όμως η ιδέα πως χάνω τον χρόνο είχε κατακαθίσει για τα καλά μέσα μου. Οπότε, το σκέφτηκα, το ξανασκέφτηκα και πήρα τη μεγάλη απόφαση. Έσβησα τον λογαριασμό μου (ακούγεται σαν κάτι σκηνές με συνεδρίες Α.Α. η εν λόγω παραδοχή –να τα λέμε αυτά). Όμως όχι για πολύ. Λόγοι εξάρτησης δεν νομίζω να υπάρχουν πια –ελπίζω να μην ζω σε αυταπάτες- γιατί η χρήση μου ακολουθεί την εν λόγω πορεία: ανοίγω υπολογιστή, γράφω μια βλακεία, βλέπω τα μηνύματά μου και κλείνω πάλι υπολογιστή. Μετά από κανένα δίωρο τρίωρο, εάν είμαι σπίτι, ακολουθώ το ίδιο πλάνο. Πλέον, βαριέμαι (ιδιαιτέρως χρηστικό ρήμα της νεολαίας της εποχής μας) να μιλάω μέσω chat. Όσο για flirt ή για αναζήτηση συντρόφου που ακούω ότι συμβαίνει ιδιαιτέρως έντονα το βρίσκω το λιγότερο γελοίο.
Μάλλον λόγοι επικοινωνίας με ώθησαν στην επιστροφή στα του δικτύου. Εκεί που για να συντονίσεις τους φίλους σου έπαιρνες καμιά δεκαριά τηλέφωνα (5 λεπτά ομιλίας με καθένα από 10 άτομα = 50 λεπτά• τυχόν αναγκαιότητα επανάκλησης τουλάχιστον 5 ατόμων για αναπροσαρμογή πλάνου εξόδου = άλλα 5 λεπτά ομιλίας• σύνολο = σχεδόν μία ώρα) τώρα γράφεις μία κοινή συνομιλία, γράφεις την ιδέα σου και η ενημέρωση είναι ταχύτατη. Ή, θέλεις να δεις τι παραστάσεις υπάρχουν στην Αθήνα (γιατί ο αριθμός τους είναι τριψήφιος πλέον), κάνεις like σε ανάλογες σελίδες και ενημερώνεσαι δωρεάν για νέα, προσφορές, διαγωνισμούς για εισιτήρια.
Δεν θέλω να υπερασπιστώ την αλόγιστη χρήση του facebook σε καμία περίπτωση. Η λογική, όμως, μπορεί να αποβεί ιδιαιτέρως ωφέλιμη. Ο ελεύθερος χρόνος σίγουρα θα χτυπήσει συσσωρευμένα την πόρτα όποιου σβήσει τον λογαριασμό του, όμως και πάλι, όποιος τον σπαταλούσε προ facebook, σίγουρα τον σπαταλά και τώρα. Όποιος θέλει να διαβάσει ένα βιβλίο, θα το κάνει, είτε έχοντας facebook, είτε όχι. Όποιος θέλει να βγει βόλτα, θα το κάνει. Όποιος θέλει να εγκλωβιστεί στη μόνωσή του, επίσης θα το κάνει, όπως το έκανε με άλλους τρόπους –ίσως και πιο αυτοκαταστροφικούς- πριν την εδραίωση του facebook. Πολύ καιρό σκέφτομαι τι μας επιφυλάσσει η εποχή της τεχνολογίας, βαθιά επηρεασμένη από τον κινδυνολογικό λόγο που επικρατεί. Πλέον έχω καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: όλες τις εποχές οι άνθρωποι είχαν στα χέρια τους μέσα, που αναλόγως την χρήση τους, μπορούσαν να αντλήσουν θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα. Η τεχνολογία είναι αυτό που βρίθει στη δική μας εποχή. Αυτοί που έχουν δημιουργήσει μα υγιή προσωπικότητα, στις επιλογές τους δεν θα παρεκκλίνουν πολύ, είτε με λογαριασμούς στα κοινωνικά δίκτυα, είτε χωρίς. Από το να δημιουργούμε μία εικόνα τέρατος για την τεχνολογία, είναι προτιμότερο να μάθουμε να τη χρησιμοποιούμε σωστά. Και όταν μαθευτεί και εδραιωθεί η ορθή χρήση, η κινδυνολογία θα μεταπηδήσει κάπου αλλού, σε κάποια άλλη επινόηση.
Έτσι δεν γίνεται πάντα;