Τρικούπης και Μπαϊρακτάρης: το δίδυμο που «σκοτώνει», του Βαγγέλη Γεωργίου

Δημοσιεύθηκε

Εκπαιδευτικοί και ChatGPT: Ποια είναι τα οφέλη;

Εκπαιδευτικοί και ChatGPT: Ποια είναι τα οφέλη;

Οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται μπροστά σε νέες προκλήσεις καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, και πλέον έχει αρχίσει να επηρεάζει και τον τομέα της εκπαίδευσης.

Διαβάστε περισσότερα...

Στα 1880 η Αθήνα και ιδιαίτερα το κέντρο της ήταν κάτι σαν την σημερινή: επικίνδυνη να κυκλοφορήσει, ιδανική για να αφοδεύσει κανείς. Τις μέρες εκείνες η Αθήνα θεωρείτο από τις πλέον ελλιπώς αστυνομευόμενες ευρωπαϊκές καθότι, σε αντίθεση με την σημερινή Αθήνα που πολλοί μηχανόβιοι της ΕΛΑΣ βολοδέρνουν από δω και από κει, η αστυνομική διεύθυνση του 1880 απασχολούσε μετά βίας 200 άνδρες.

Και επειδή το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι, η χώρα εκείνη την περίοδο είχε την τύχη να έχει πρωθυπουργό, τον μουστάκια μεσολογγίτη Χάρη Τρικούπη. Ο Χάρης λοιπόν τα νομικά τα ‘παιζε στα χέρια έχοντας ξεκοκαλίσει το ελληνικό και γαλλικό δίκαιο και μαθαίνοντας απ’ έξω τον Μοντεσκιέ, τον Σπένσερ και τον Δαρβίνο. Καλοί οι νόμοι αλλά για να εφαρμοστούν έπρεπε να βάλει έναν άνθρωπο της προκοπής και εκείνη την εποχή δεν υπήρχε καλύτερη ίσως επιλογή, από τον αγριάνθρωπο σουλιώτη Δημήτρη Μπαϊρακτάρη. Μα ο Μητσάρας δεν ήταν αστυνομικός αλλά ταγματάρχης στον Ελληνικό στρατό! Ε καλά τώρα ο Χάρης ήταν πρακτικός «γι αυτό σκάτε; Έχω κάνει ήδη το ν. 2609 του 1892 δίνοντας έτσι στον αστυνομικό διευθυντή την εξουσία να χρησιμοποιεί ακόμα και στρατό για να περιπολεί και κάνουμε και το νόμο ΒΡΠΗ΄(1893) φτιάχνοντας έτσι μια στρατιωτική αστυνομία, θέληση να υπάρχει μωρέ». Ο Τρικούπης διπλασίασε τον αριθμό των αστυνομικών, αύξησε τον μισθό τους και φρόντισε για την εκπαίδευση τους. Ο Μπαϊρακτάρης που ήταν αδίστακτος χρησιμοποίησε στο έπακρον ότι του προσέφερε ο Τρικούπης στον πόλεμο στη μάστιγα της πόλης, τους κουτσαβάκηδες. Οι τελευταίοι «καλά» παιδιά, ευθυτενείς όσο ο κουασιμόδος, πλένονταν όπως οι γάτες, βγάζανε το ψωμάκι τους από νταβατζηλίκια και προστασία, ενώ μερικοί πουλούσαν και εκδούλευση σε πολιτικάντηδες της εποχής. Αν λοξοκοιτούσες κανέναν από αυτούς τους τζάμπα μάγκες σου έβγαζαν κάνα στιλέτο από την κάπα που το χαν κρυμμένο.

Το μεγάλο χάρισμα του Μπαϊρακτάρη ήταν ότι γνώριζε πώς να κάνει ψυχολογικό πόλεμο. Οργάνωσε εφόδους με χωροφύλακες, εύζωνες και στρατιώτες σε καφενεία, χαμαιτυπεία, ταβέρνες και σε όποια τρύπα έβρισκε κανείς λίγα κουτσαβάκια τους μπαγλάρωνε και τους έσερνε στην πλατεία Κλαυθμόνος. Έβαζε έναν μπαρμπέρη να τους κόβει σύριζα την μουστάκα 3 στρέμματα που είχαν και τις λαδωμένες αφέλειες τους, «ευνουχίζοντας» έτσι την περηφάνια τους μπροστά σε εκατοντάδες περαστικούς Αθηναίους. Στο τέλος αφού τους πετσόκοβε τα ανάρριχτα σακάκια, τους μπουντρούμιαζε στις φυλακές. Μάλλον o Καραμανλής αρκετές δεκαετίες αργότερα πρέπει να είχε ζηλέψει κάτι τέτοιες πρακτικές θεσπίζοντας το νόμο 4000, αντιμετωπίζοντας τη νεολαία σαν μαχαιροβγάλτες της ελληνικής Μπελ Επόκ.

Οι ψευτόμαγκες ήταν από τα βασικότερα εγκληματικά στοιχεία της Αθήνας στα τέλη του 19ου αιώνα και οι τακτικές του Τρικούπη και του Μπαϊρακτάρη απέδωσαν γρήγορα αποτελέσματα, μα πρέπει να θυμόμαστε ότι πολλοί δικάστηκαν ενώ κρατούνταν παράνομα από τις αρχές (habeas corpus). Αν «λοξοδρομούνε» οι ιδανικότεροι άνθρωποι στις σωστές θέσεις, τότε σήμερα ξέρουμε τι να περιμένουμε… ένα λοξό κράτος όπως το λοξό περπάτημα των κουτσαβάκηδων του 1890…

Ακολουθήστε μας στο Google News

Facebook
Twitter
LinkedIn

Περισσότερα
άρθρα