Σ’ όλα τα ταξίδια που έχω κάνει μέχρι τώρα πάντα κρατάω σημειώσεις. Δεν ξέρω αλλά παρ’ όλο που είμαι ως επί το πλείστον ομιλητικός τύπος, μ’ αρέσει να καταγράφω τις σκέψεις μου. Κρατάω ημερολόγιο από τα 15 μου. Το χαρτί έχει γίνει ο καλύτερός μου φίλος, δεν μιλάει και δεν μπορεί να μεταφέρει αυτά που του εκμυστηρεύεσαι. Βέβαια δεν απαντάει και δεν δίνει συμβουλές, αλλά αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα.
Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών μου, λοιπόν, σημειώνω τα πράγματα που μου κάνουν εντύπωση σε μια πόλη. Συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της, συμπεριφορές των κατοίκων της, τις ιδιαιτερότητες και τα σημάδια της. Αυτά άλλωστε είναι που την κάνουν δημοφιλή, ελκυστική ή μη, φιλόξενη ή όχι. Για παράδειγμα, το Βερολίνο μου φάνηκε πολύ απρόσιτο. Ενώ είναι μια πόλη με πλούσια ιστορία, είναι ιδιαίτερα ψυχρή και οι άνθρωποι πολύ απόμακροι και αυστηροί. Το γκρι χρώμα του Λονδίνου από την άλλη, το ερωτεύεσαι. Βγάζει στους επισκέπτες μια ασυνήθιστη μελαγχολία. Μια μελαγχολία ωστόσο, που την αναζητάει κανείς. Επιπλέον πολλές κουλτούρες, πολλές νοοτροπίες, πολλοί πολιτισμοί σε μια μόνο πόλη.
Πίσω στη Ρώμη όμως. Γράφω «αστυνομία παντού». Η αλήθεια είναι, πως στα πιο τουριστικά σημεία της, υπήρχε αστυνόμευση. Ένιωθες διαρκώς το βλέμμα των δημοτικών αστυνόμων – που είτε στέκονταν σε τριάδες ή τετράδες, είτε κάνοντας περιπολία με το αμάξι – να είναι πάνω σου. Προσωπικά εν αντιθέσει με τα όσα γράφονται ένιωθα ασφάλεια. Δυστυχώς οι «παραφωνίες» δεν λείπουν. Σε μια από αυτές που έγιναν στο Βατικανό, ήμουν παρούσα. Κανένας αστυνομικός δεν εμπόδισε έναν Ιταλό επιχειρηματία να σκαρφαλώσει, για τρίτη φορά όπως έμαθα μετά, στον τρούλο της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, με σκοπό να διαμαρτυρηθεί για την κοινωνική «σφαγή» στη χώρα και την οικονομική κρίση που βιώνει αυτή τη στιγμή ο λαός της Ιταλίας, κατακρίνοντας έτσι τους χειρισμούς της κρίσης από την κυβέρνηση συνασπισμού. Ανεμπόδιστος, βγήκε έξω από ένα παράθυρο, κρατώντας ένα πανό γραμμένο παντού με συνθήματα, που απ’ όσο μπορούσα να διακρίνω, έγραφε στα αγγλικά «Σταματήστε αυτή τη σφαγή». Ακόμα διαβάζω, πως αυξήθηκε κατακόρυφα ο αριθμός των ληστειών και των φαινομένων κλοπής από τους λεγόμενους «τσαντάκηδες» το τελευταίο διάστημα, γεγονός που έχει προβληματίσει ιδιαίτερα την ιταλική κυβέρνηση. Δεν γίνεται γνωστό σε ποια ακριβώς μέρη της πόλης έχουν σημειωθεί τα εν λόγω φαινόμενα, καθώς όπως προείπα, στα πιο δημοφιλή μέρη της πόλης, υπήρχε παντού αστυνόμευση.
Το άλλο σημείο που μου έκανε εντύπωση δεν είναι αυτό των αλλοδαπών κάθε λογής (βλ. Τυνήσιοι, Αιγύπτιοι, Λίβυοι, Αλγερινοί και άλλοι), που πουλούσαν τα γνωστά μικροαντικείμενα σε διάφορες περιοχές της Ρώμης, αλλά των αλλοδαπών εκείνων που είχαν δικά τους «περίπτερα» πουλώντας σουβενίρ, μπρελόκ, μπλουζάκια και άλλα τουριστικά είδη. Υπήρχαν δε και άλλοι που δούλευαν ως υπάλληλοι σε καντίνες. Ξέρετε, από μόνες τους αυτές οι δυο εικόνες – των αστυνομικών και των αλλοδαπών -, δεν θα μου έλεγαν τίποτα, αλλά προσπαθήστε να τις συνθέσετε, ώστε να γίνουν μια.
Πώς γίνεται να συνυπάρχουν αυτά τα δυο μαζί; Εννοώ, πως αντίστοιχοι πλανόδιοι μικροπωλητές στην Αθήνα, έξω από την Ακρόπολη για παράδειγμα, με ένα πέρασμα και μόνο αστυνομικών, θα είχαν πάρει την πραμάτεια τους και θα είχαν γίνει καπνός, κάτι που στη γειτονική χώρα δεν φαίνεται να ισχύει. Και αναρωτιέμαι… Μήπως η ιταλική κυβέρνηση προτιμά να μην περιθωριοποιεί τους μετανάστες, αλλά να τους ενσωματώσει «χρησιμοποιώντας» τους, ώστε να συμβάλλουν και αυτοί στη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης στη χώρα; Που σημαίνει ότι: «σε κρατάω στη χώρα αλλά εσύ θα πρέπει να παράγεις έργο, δουλεύοντας εδώ, καταβάλλοντας κανονικά τους φόρους, συνεισφέροντας και συ στην ιταλική οικονομία». Βέβαια αυτό προϋποθέτει τη νομιμότητα των μεταναστών, ώστε να μπορέσει να προχωρήσει η ομαλή αφομοίωσή τους, στην οικονομία και μετέπειτα στην κοινωνία.
Τελειώνοντας, θα έλεγα πως δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την Ιταλία με την Ελλάδα, ή τη Ρώμη με την Αθήνα, καθότι τα μεγέθη, πληθυσμιακά, οικονομικά ή οτιδήποτε άλλο είναι ανόμοια. Πρόκειται για δυο διαφορετικές χώρες με τρία – κατ’ εμέ – κοινά χαρακτηριστικά: την πλούσια ιστορία τους, την mentalité των ανθρώπων και την οικονομική κρίση που μαστίζει τις δυο χώρες. Η Ναόμι Κλάιν σε πρόσφατη συνέντευξή της είπε: «έχουν ήδη διαγνώσει ότι είσαστε άρρωστοι», απευθυνόμενοι στους Έλληνες και τις υπερδυνάμεις του «καπιταλισμού της καταστροφής».
Θα συμπληρώσω πως όλες οι χώρες στις οποίες έχει επέμβει το ΔΝΤ νοσούν. Και όπως και να το δεις, δυο άρρωστοι με την ίδια νόσο, μετά από κάποιο καιρό είναι ίδιοι.