31 Ιουλίου και 1η Αυγούστου παρουσιάστηκε στα Επιδαύρεια η σύμπραξη των Γιάννη Μπέζου και Γιάννη Ζουγανέλη στις ‘’Εκκλησιάζουσες’’ του Αριστοφάνη. Παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου με εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια (η παράσταση προωθήθηκε διαφημιστικά χάρη στη σύλληψη του σκηνοθέτη Γιάννη Μπέζου να εμφανίσει την Πραξαγόρα επί σκηνής με το πολύχρωμο συνολάκι και την τσάντα της Ζωής Κωνσταντοπούλου) καθώς και την παιχνιδιάρικη μουσική του Κωστή Μαραβέγια στη δεύτερη ευτυχή συνεργασία του με το Γ. Μπέζο.
Γραμμένη 12 χρόνια μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου, η κωμωδία του Αριστοφάνη σατιρίζει τις παθογένειες της αθηναϊκής δημοκρατίας και καταπιάνεται με το ανώφελο κυνήγι της ευτυχίας στην ουτοπία. Στην προτελευταία σωζόμενη κωμωδία του (392-391) ο Αριστοφάνης παρουσιάζει την Πραξαγόρα να ηγείται μιας ομάδας γυναικών που θα καταφέρουν να πάρουν τα ηνία της εξουσίας στα χέρια τους. Θα θεσπίσουν κοινοκτημοσύνη σε όλους τους τομείς αλλά και στον έρωτα με κωμικοτραγικές συνέπειες. Πολύ σύντομα οι θεατές θα αντιληφθούν το διαχρονικά άπιαστο όραμα της ιδεώδους πολιτείας καθώς και την άπληστη φύση του ανθρώπου, θέματα που απασχόλησαν τον Αριστοφάνη και στους ‘’Όρνιθες’’. Ούτως ή άλλως πρόκειται για ένα ζήτημα που απασχολεί τους καλλιτέχνες όλων των εποχών και των συνθηκών.
Σαν θαυμαστής της κωμικής μανιέρας του Γιάννη Μπέζου που είμαι, δεν μπορώ να πω ότι με την ερμηνεία του σαν Πραξαγόρα προσέφερε κάτι πραγματικά πρωτοποριακό. Από την άλλη, ο Γιάννης Ζουγανέλης στο ρόλο του Βλέπυρου ήταν περισσότερο αυθόρμητος και με διάθεση επικοινωνίας με το κοινό. Πραγματικά, εντυπωσίασε με τις φωνητικές του ικανότητες στο ούτως ή άλλως κόσμημα της αρχαίας αρχιτεκτονικής και ακουστικής Θέατρο της Επιδαύρου. Από εκεί και έπειτα γέλιο προσέφεραν στους θεατές οι Γιωργής Τσουρής, Μπάμπης Γαλιάτσος και Θανάσης Ισιδώρου στη σκηνή όπου οι γριές διεκδικούν το νεανία (τον υποδύθηκε ο Πάνος Βλάχος) ενώ εκείνος έλκεται από μια νεώτερη κοπέλα. Όμως, πρόκειται για μια σκηνή που εκπίπτει τελικά στα τερτίπια του επιθεωρησιακού νούμερου εκεί όπου ο Αριστοφάνης χρησιμοποιούσε όλη του την ποιητική μαεστρία για να εξυμνήσει τον πόθο για το νεανικό γυναικείο σώμα.
Σαφώς για αυτή την κατάληξη του επεισοδίου ευθύνεται η μετάφραση του Μίνωα Βολανάκη που χρησιμοποιήθηκε και επεξεργάστηκε δραματουργικά από το σκηνοθέτη. Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι μια σύγχρονη παράσταση του κωμικού ποιητή προκειμένου να επικοινωνήσει με τους θεατές δεν γίνεται να διατηρεί όλες τις ξένες προς το ευρύ κοινό αναφορές στην κοινωνική ζωή της Αθήνας του 4ου αιώνα π.Χ.
Βέβαια, είναι σημαντικό να μη λησμονούμε ότι ο Αριστοφάνης υπήρξε πάνω απ’ όλα ένας τεχνίτης της κωμικής ποίησης. Γι’ αυτό και προσωπικά θα ήθελα να βλέπαμε συχνότερα ποιητικές μεταφράσεις σαν το απόσπασμα από τη μετάφραση Κώστα Βάρναλη που θα παραθέσω πιο κάτω παρά δραματουργικές επεξεργασίες που αποσκοπούν στο εύκολο γέλιο.
Ο ΝΕΑΝΙΑΣ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΝΕΑΡΗ ΚΟΠΕΛΑ (ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ, Αριστοφάνης, Εκκλησιάζουσες, ‘’Βιβλιοθήκη Κώστα Βάρναλη’’, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 1998)
Καταδώ, καταδώ, κοπελιά μου,
Αγαπούλα μου καμαροφρύδα.
Έλα κάτου τρεχάλα ν’ ανοίξεις,
Δεν κρατιέμαι, θα πέσω στο δρόμο,
Στο ζεστό σου κόρφο να γείρω
Τα κρουστά σου μεριά να φουχτώσω.
Αφροδίτη, με τρέλανες. Τρέξε,
Βοήθησέ με και κάνε την να’ ρθει
Στο δικό μου κρεβάτι.
Είναι φτωχά τα λόγια μου μπρος στο βαρύ καημό μου.
Και συ ποθοκρατόρισσα κυρά, συμπόνεσέ με.
Άνοιξε να μ’ αγκαλιάσεις
Και να με νεκραναστήσεις.
Μαλαματένιο γκόλφι μου, της Αφροδίτης γέννα,
Και των Μουσών η μέλισσα και θρέμμα των Χαρίτων,
Άνοιξε να μ’ αγκαλιάσεις
Τι με λώλανεν ο πόθος!