Ο καταιγιστικός ρυθμός των αποκαλύψεων που αφορούν στο εκτεταμένο δίκτυο παρακολουθήσεων της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, μεταξύ άλλων έχει επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση γύρω από την ιδιωτικότητα και το δικαίωμα των ανθρώπων στην ύπαρξη και την επικοινωνία μακριά από «αδιάκριτα βλέμματα».
Επιτήρηση παντού
Ασφαλώς, η μαζική παρακολούθηση ιδιωτών, οργανισμών, δημόσιων φορέων ακόμη και ανώτατων κρατικών αξιωματούχων δεν αποτελεί προνομιακή πρακτική της National Security Agency, έστω κι αν οι Η.Π.Α. διαθέτουν σαφή υπεροπλία σε υλικούς κι ανθρώπινους πόρους, υποδομές, τεχνικά μέσα και σχετική εμπειρία. Όσο κι αν μοιάζουν έκπληκτοι ή και οργισμένοι οι πολιτικοί παράγοντες ανά τον κόσμο, τα δίκτυα παρακολουθήσεων είναι πολυπλόκαμα, οι διαδρομές που ακολουθούν οι πληροφορίες είναι λαβυρινθώδεις, ενώ τα άτομα μοιάζουν εγκλωβισμένα σε υπερσύγχρονα συστήματα επιτήρησης. Η αλήθεια είναι ότι ενίοτε το βάθος των σχετικών αποκαλύψεων ή και το αντικείμενο των παρακολουθήσεων προκαλούν τον εντυπωσιασμό, εν τούτοις δύσκολα κάποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι είναι ανυποψίαστος. Άλλωστε, εκείνο που μοιάζει φαινομενικά αδιανόητο, δηλαδή η παρακολούθηση των επικοινωνιών ακόμα και ηγετών συμμαχικών κρατών δεν είναι παρά η αναβίβαση, στο ανώτερο επίπεδο, της μαζικής επιτήρησης των πολιτών σε καθημερινή βάση
Η τεχνολογία ως βάση
Με την τεχνολογική εξέλιξη να είναι ραγδαία, οι τεχνικές δυνατότητες διαρκούς και επισταμένης επιτήρησης φαντάζουν απεριόριστες. Η μετάβαση στον ψηφιακό κόσμο και η συνακόλουθη σχεδόν ολοκληρωτική δια-δικτύωση της καθημερινότητάς μας όχι μόνο έχουν επιτρέψει αλλά και έχουν ευνοήσει την καταγραφή κάθε ηλεκτρονικής κίνησής μας. Η υφιστάμενη πραγματικότητα δεν αποτελεί επιβεβαίωση συνομωσιολογικών επιχειρημάτων, μα αποκρυστάλλωση σχέσεων εξουσίας που εδράζονται στην τεχνολογική ωριμότητα της εποχής μας. Ανεξάρτητα από το εάν όντως η μαζικότητα της επιτήρησης παρέχει ουσιαστικά οφέλη για τον ανά περίπτωση παρατηρητή, η αλήθεια είναι ότι η τεχνική πρόοδος ως προς την επιτήρηση σχεδόν νομοτελειακά προηγείται τόσο της δυνατότητας εξισορρόπησής της όσο και της θεσμικής θωράκισης έναντί της.
Κατάλυση του τελευταίου καταφυγίου
Ως εκ τούτων, απέναντι στην κατά τα φαινόμενα ακόρεστη δίψα όσων αποσκοπούν στη συλλογή πληροφοριών, τα «θύματα» είναι εξ αντικειμένου αρκετά αδύναμα. Από τους έφηβους που μοιάζουν ν’ αδιαφορούν για την προστασία της ιδιωτικότητας των επικοινωνιών τους, καθώς δραστηριοποιούνται στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, έως την παρακολούθηση του τηλεφώνου της γερμανίδας καγκελαρίου, μεσολαβεί αρκετή απόσταση και διασταύρωση πολλαπλών συμφερόντων. Εκείνο όμως που μοιράζονται οι διάφορες υπηρεσίες που αποσκοπούν στη χαρτογράφηση των θεωρούμενων ως δυνητικών «εχθρών» τους, ιδιωτών ή και κρατικών δρώντων, με τις ιδιωτικές εταιρείες που σκιαγραφούν τα προφίλ των ψηφιακών χρηστών των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, ώστε να είναι σε θέση να διαχειριστούν ή και να δρομολογήσουν τις επιθυμίες τους, δεν είναι άλλο από την αίσθηση της δυνατότητας άρσης της ιδιωτικότητας.
Ανεξίτηλα αποτυπώματα
Καταλύοντας, με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας, το τελευταίο αυτό καταφύγιο, οι εκάστοτε επιτηρούντες αποκαθιστούν τη θεμιτότητα της αδιακρισίας. Η αίσθηση της αδιατάρακτης και συνολικής επιτήρησης είναι τόσο διάχυτη, που η εξοικείωσή μας με την παρατήρηση των άλλων ή και του εαυτού μας μοιάζει απόλυτη. Η κατασκοπεία στο κεντρικό επίπεδο ίσως είναι τόσο παλιά, όσο και η πολιτική διαδικασία, η -κυρίως ψηφιακή- αδιακρισία της εποχής μας όμως είναι και ποιοτικά και ποσοτικά πρωτόγνωρη. Αν η πρώτη ευθέως δοκιμάζει την αυτονομία των κρατικών οντοτήτων, κάτι που αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο συζήτησης, η τελευταία, νομιμοποιώντας την καταγραφή, την ταξινόμηση και την ιχνηλασιμότητα κάθε κίνησής μας, θέτει σοβαρές προκλήσεις για την ποιότητα της δημοκρατικής οργάνωσης των κοινωνιών μας. Η απάντηση σε αυτήν την πρόκληση δε φαίνεται να έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ακόμη.