Στη φωτογραφία έχουνε στηθεί ένας μουστάκιας, 4 Αφρικανοί, ένας εβραίος και ένας αξιωματικός. O υπολοχαγός είχε στηθεί περίεργα λες και ήτανε φίλοι του οι υπόλοιποι. Σε άλλη εποχή και άλλη χώρα δεν θα προκαλούσε εντύπωση μια τέτοια πόζα αλλά πραγματικά τι γυρεύει ένα αξιωματικός των SS, oνόματι Schulz-Koehn να φωτογραφίζεται κάπου στο Παρίσι με ανθρώπους κατώτερης φυλής, αντί να τους ακουμπήσει το luger στο κεφάλι να τους εκτελέσει ως όφειλε;
Κατά τη διάρκεια λοιπόν της κατάληψης του Παρισιού και της Γαλλίας από τα γερμανικά στρατεύματα, οι ομάδες που κινδυνεύανε περισσότερο ήτανε οι Τσιγγάνοι οι Μαύροι και οι Εβραίοι. Ε, πώς να το κάνουμε την είχανε ψάξει οι ναζήδες την δουλειά καλά και το είχανε αποφασίσει.
Πέραν όμως του χρώματος το ναζιστικό καθεστώς είχε επικηρύξει και τα ακούσματα, διάφορα ήδη μουσικής. Την τζαζ, οι ναζίδες την είχανε κατατάξει στις πλέον εκφυλισμένες μουσικές που δεν έπρεπε να ακούει κανείς. Θεωρούσανε ότι αυτή η μουσική συνδύαζε όλα τα κακά και στραβά των μαύρων και των εβραίων. Οι εθνικοσοσιαλιστές ιδεολόγοι πίστευαν ότι ήταν μουσική φυλετικά μολυνσμένη όπως ήτανε και άλλες εκφυλισμένες τέχνες, που συνδύαζε τα βρώμικα στοιχεία εβραίων και μαύρων και που φυσικά έβλαπταν τα ωραία αυτάκια των γερμαναράδων. Έστω να σε έπιαναν να ακούς τζαζ σε στέλνανε πακέτο σε κανα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η αλήθεια είναι ότι στο Βερολίνο ήταν τόσο ζώα οι αρμόδιες υπηρεσίες, που αποφάσιζαν τι είναι κακή και τι καλή τέχνη, ενώ ανταγωνίζονταν με τόσο ζήλο για εξουσία που χωρίς να έχουνε μέτρα και σταθμά λειτουργούσανε ακραία, στήνοντας στον τοίχο τα ωραιότερα δημιουργήματα της ανθρώπινης φαντασίας και τέχνης.
Τώρα φαντάσου όμως να ήσουν τσιγγάνος-Ρομά που έπαιζε και τζαζ… Θρίλερ. Ο μουστάκιας της φωτογραφίας λοιπόν ήταν ο Django Reinhardt, ένας βελγικής καταγωγής τσιγγάνος και παράλληλα ένας πραγματικός βιρτουόζος της κιθάρας που ήδη από τα 13 του χρόνια ζούσε βιοποριστικά από την μουσική. Αυτός ο τύπος λοιπόν έπρεπε να ήτανε στην κορυφή της γερμανικής λίστας προς απέλαση – το λιγότερο – αφού έπαιζε όλες αυτές τις εκφυλισμένες αηδίες, ενώ ήτανε και το αίμα του εκφυλισμένο, φως φανάρι.
Του κάτσε όμως μια καλή, από τις λίγες στην ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο υπολοχαγός της φωτογραφίας ο Schulz-Koehn ενώ θα έπρεπε να του είχε φυτέψει μια σφαίρα στο κεφάλι, ωστόσο, έλα μου που… γούσταρε την τζαζ σαν τρελός. Γούσταρε να τον ακούει και φυσικά τον κάλυπτε. Βέβαια κάτι τέτοιο ήτανε εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί ναι μεν σαν αξιωματικός μπορεί να τον προστάτευε, ωστόσο μπορούσε ανά πάσα στιγμή να σταματήσει τον Reinhardt ένας απλός στρατιώτης και να τον πυροβολήσει ή να συμπεριληφθεί σε καμία επιχείρηση σκούπα. Φυσικά υπήρχε πάντα ο φόβος τι θα γινότανε αν παρενέβαινε κανένας ανώτερος και φυσικά ο Reinhardt – αν και δεν φαίνεται να πέρασε τόσο άσχημα στο κατοχικό Παρίσι – επιχείρησε αρκετές φορές να φύγει στο εξωτερικό αλλά εις μάτην.
Ο τζαζίστας και ο Γερμανός υπολοχαγός επιβίωσαν του πολέμου αν και ο πρώτος απεβίωσε το 1953 σε ηλικία μόλις 43 ετών ενώ ο δεύτερος μετά από πολλές δεκαετίες. Το παράξενο όμως είναι ότι η ιδέα που γεννήθηκε από αυτή την ιστορία, κινδυνεύει να πεθάνει και αυτή, μαζί με τον τσιγγάνο και τον αξιωματικό σε καιρό ειρήνης…