Είναι μερικά ταξίδια που, εάν δεν τα πραγματοποιήσεις, θα στερήσεις από τον εαυτό σου την ηδονή να δεις με τα μάτια σου μοναδικά θεάματα. Είναι μερικοί προορισμοί, που είναι λες κι έχουν βγει από παραμύθι. Ένας από αυτούς τους προορισμούς είναι η Μονεμβασιά. Η μεσαιωνική αυτή καστροπολιτεία, σκαρφαλωμένη πάνω σε έναν βράχο στη νότια Πελοπόννησο, σου δίνει την αίσθηση αμέσως μόλις περάσεις τα τείχη της, πως έχεις μεταφερθεί σε κάποια άλλη εποχή.
Εντός των τειχών, δεσπόζουν οι πλακόστρωτοι δρόμοι και τα σπιτάκια – άλλα ξενοδοχεία, άλλα κατοικήσιμα από Μονεμβασίτες. Φυσικά, κανένα αυτοκίνητο δεν μπορεί να κυκλοφορήσει εκεί, οπότε το θέαμα που αντικρίζει κανείς είναι τουρίστες και ντόπιους να περιφέρονται με τα πόδια και να κοιτάζουν όλο δέος αυτή την πολιτεία. Από την πύλη του Κάστρου ξεκινά ο κεντρικός δρόμος, το κεντρικό καλντερίμι, στο οποίο βρίσκονται μαγαζάκια με τοπικά αλλά και τουριστικά προϊόντα. Υπάρχουν επίσης μπαράκια, εστιατόρια και μέσω αυτού του δρόμου μπορεί κανείς να φτάσει σε διάφορα αξιοθέατα. Θα δει την πλατεία της καστροπολιτείας με το κανόνι καθώς και την εκκλησία του Ελκόμενου Χριστού, την Μητρόπολη της πόλης. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β’ ήταν αυτός που πήρε την πρωτοβουλία να χτίσει τον 13ο αιώνα την εκκλησία και μέσα της υπάρχει μια εικόνα της Σταύρωσης από τον 14ο αιώνα!
Ένα δεύτερο καλντερίμι οδηγεί προς το Επάνω Κάστρο, ή αλλιώς Γουλά, το δεύτερο δηλαδή οικισμό. Για να ανεβεί κανείς μέχρι τα τείχη του Επάνω Κάστρου, επιβάλλεται να έχει μαζί του νερό! Καλό θα ήταν εάν επιχειρήσετε την πεζοπορία, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, να περιμένετε να πέσει η ζέστη. Όχι όμως και ο ήλιος, καθώς δεν υπάρχουν φώτα πουθενά. Εάν φυσάει διαολεμένα, όπως συνήθως συμβαίνει, καλό θα ήταν οι επίδοξοι περιπατητές να προσέχετε μην γκρεμιστείτε κάτω από τα τείχη. Έχει συμβεί – όπως έμαθα – τη νύχτα, λόγω της απουσίας των φώτων. Η ανηφόρα κόβει την ανάσα, όμως η απίστευτη θέα που θα αντικρίσει κανείς με το που φτάσει, θα έχει ακριβώς την ίδια επίδραση. Εάν δεν φυσάει, πίσω από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας, υπάρχει ένας μικρός χώρος όπου μπορούν να βγουν καταπληκτικές φωτογραφίες. Ο δρόμος πηγαίνει ακόμη πιο ψηλά, οπότε εάν είστε αρκετά ξεκούραστοι, τολμήστε να ανεβείτε ακόμη πιο επάνω για να βρείτε την Ακρόπολη.
Πιο κάτω από την πλατεία είναι η Κάτω πόλη. Εκεί επιβάλλεται να περιπλανηθείτε και να χαθείτε στα πέτρινα σοκάκια και να αφήσετε το εξωπραγματικό αυτό μέρος να σας ταξιδέψει. Η Μονεμβασιά, ούσα η καστροπολιτεία όπου γεννήθηκε ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, φιλοξενεί και το σπίτι του. Μόλις μπει κανείς από την πύλη, αμέσως θα δει μια πινακίδα που θα τον οδηγήσει στο σπίτι του, το οποίο όμως είναι κλειστό. Μπορείτε όμως να το δείτε απ’ έξω, όπου υπάρχει μάλιστα και η προτομή του ποιητή. Παρόλα αυτά, μονάχα η αίσθηση να αντικρίζετε το θέαμα που αντίκριζε και ο Γιάννης Ρίτσος είναι αρκετή για να δημιουργήσει ρίγη.
Ίσως όχι και τόσο γνωστό, είναι το γεγονός πως ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε σε ένα συγκεκριμένο δωμάτιο, σε κελί για την ακρίβεια, το οποίο υπάρχει ακόμη και στο οποίο μπορείτε να μείνετε κιόλας. Μπορείτε να κοιμηθείτε εκεί όπου κάποτε ένα μικρό αγοράκι ήρθε στον κόσμο και κανείς δεν ήξερε πώς θα εξελισσόταν. Στον Ξενώνα Κελλιά, έναν καταπληκτικό ξενώνα, θα βρείτε ακριβώς αυτό το δωμάτιο και πρόσχαρους ιδιοκτήτες έτοιμους να σας εξυπηρετήσουν.
Μόλις τέσσερις ώρες μακριά από την Αθήνα, η Μονεμβασιά είναι ένας ξεχωριστός προορισμός που επιβάλλεται να τον επισκεφθεί κανείς και ιδίως οι ερωτευμένοι. Ένα γλυκό και ρομαντικό μέρος για να περπατήσετε κάτω από τα αστέρια με το ταίρι σας και να αφουγκραστείτε τους ήχους της θάλασσας ψιθυρίζοντας όρκους αιώνιας αγάπης. Ή απλώς, εάν σας αρέσει η ιστορία και δη η Βυζαντινή, πρέπει έστω και μία φορά να περάσετε από την καστροπολιτεία της Μονεμβασιάς.
Όλες οι εποχές ενδείκνυνται για ένα μικρό ταξιδάκι. Βέβαια, τους καλοκαιρινούς μήνες η Μονεμβασιά πνίγεται από τουρίστες και μεγάλα γκρουπ. Πιο ήρεμα θα μπορέσετε να περάσετε τις μέρες σας από το φθινόπωρο και μετά. Εάν είστε αρκετά τυχεροί και πάτε το χειμώνα, ίσως να βιώσετε αυτό που βίωσε και έγραψε για τη Μονεμβασιά ο Φώτης Κόντογλου : «Το χειμώνα σα φυσά χιονιάς για όστρια-σορόκος, πιάνει τον άνθρωπο αγριεμός μέσα στη Μονεβασά. Η θάλασσα, καβατζάροντας τον κάβο – Γέρακα και το Κρεμμύδι, φουσκώνει παρά φύση και μπουκάρει μέσα στον κόρφο μελανιασμένη και παλαβή (…). Η Μονεβασιά στέκεται στη μέση σαν κοιμισμένο θεριό, ακούνητη στα μπουρίνια που τη δέρνουνε, στ’ αστροπελέκια που την κονταρίζουνε με΄ απ’ τα γνέφια. Το σκοτάδι είναι σαν κατράμι, μ΄ όλο που ο ήλιος βαστά ακόμα πάνω απ’ τα σύννεφα, (…) Οι θάλασσες βαράνε κατάστηθα το κάστρο και γιουργιάζουνε ντούναρβος μες απ’ τις μπουκαπόρτες για απάνου απ’ τα μπιντένια πλημμάροντας τα σοκάκια, κι απετρέχουνε μέσα στις στέρνες και στα κατώγια.»