Θέλω να σας εξηγήσω το δρόμο για τη συμπεριφορά μας. Η συμπεριφορά μας δεν συμβαίνει τυχαία, αλλά είναι το αποτέλεσμα μιας ακολουθίας και, πολλές φορές, ένα μέρος ενός κύκλου. Φυσικά, αφετηρία της διαδρομής για τη συμπεριφορά μας αποτελούν τα γεγονότα της ζωής μας. Ως γεγονότα εννοώ τα περιστατικά που συναντάμε καθημερινά, τα οποία μπορεί να είναι «εξωτερικά» ή «εσωτερικά».
Ως εξωτερικά, ορίζω τα γεγονότα που είναι ανιχνεύσιμα στο παρόν και για αυτό συγκεκριμένα, για παράδειγμα, η συνάντηση μας με ένα σημαντικό πρόσωπο ή μια αρμοδιότητα στη δουλειά μας.
Με τα εσωτερικά, αναφέρομαι στις σκέψεις μας για το παρόν, στις αναμνήσεις μας από το παρελθόν ή τους προβληματισμούς μας για το μέλλον. Με αυτή την έννοια, οι ίδιες οι σκέψεις μας μπορεί να αποτελέσουν την αφετηρία για έναν καινούργιο κύκλο σκέψεων, αρκετές φορές ίδιας ή μεγαλύτερης έντασης και περιεχομένου, ο οποίος με τη σειρά του θα μας οδηγήσει σε νέες, παρόμοιες ή αντίθετες συμπεριφορές.
Τα γεγονότα, όμως, δεν μπορούν να εξηγήσουν τη συμπεριφορά μας «μαγικά». Ας σκεφτούμε ότι πολλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουμε ίδια γεγονότα – ίδιες καταστάσεις – κι όμως, αντιδρούμε πολύ διαφορετικά μεταξύ μας. Είμαι βέβαιη πως έχετε αναρωτηθεί κι εσείς : «Τι είναι εκείνο που μας διαφοροποιεί;».
Μπορεί και να έχετε βρει, κιόλας, την απάντηση σας. Αν όχι, θα σας απαντήσω με ένα παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε πως εγώ κι εσείς είμαστε φίλοι. Είμαστε στην ίδια παρέα, κι έτσι έχουμε κοινούς φίλους. Ένας φίλος μας, για κάποιο διάστημα, «χάνεται». Εσείς συνεχίζετε να τον παίρνετε τηλέφωνο, ενώ εγώ σταματάω. Γιατί;
Εσείς, καθώς τον παίρνετε τηλέφωνο και δεν το σηκώνει, το πρώτο πράγμα που σκέφτεστε είναι «Του έχει συμβεί κάτι κακό!». Παρατηρείτε στο σώμα σας μια ένταση, η ανάσα σας γίνεται πιο γρήγορη και αισθάνεστε ανησυχία. Έτσι, συνεχίζετε να τον παίρνετε τηλέφωνο για να δείτε τι του συμβαίνει.
Εγώ, αντίθετα, καθώς τον παίρνω τηλέφωνο και δεν το σηκώνει, το πρώτο πράγμα που μου περνάει από το μυαλό είναι «Αδιαφορεί για εμένα και επίτηδες δεν το σηκώνει». Έτσι, νιώθω τους μύες του προσώπου τεντωμένους και αισθάνομαι θυμό. Το αποτέλεσμα είναι να σταματάω να τον παίρνω τηλέφωνο, ή να είμαι έτοιμη να του επιτεθώ, αν τελικά μιλήσω μαζί του.
Καταλάβατε λίγο τι γίνεται; Αυτό που μας διαφοροποίησε ήταν οι αρχικές μας σκέψεις.
Οι σκέψεις μας για το γεγονός, μας οδήγησαν στο συναίσθημα μας, στο σωματικό μας σύμπτωμα και τέλος στη συμπεριφορά μας.
Τώρα, γιατί έχουμε διαφορετικό τρόπο σκέψης μεταξύ μας είναι ένα άλλο σημαντικό ερώτημα, η απάντηση για το οποίο έρχεται μέσα από την εστίαση στις πρώιμες εμπειρίες μας (τα σημαντικά βιώματα μας – κυρίως κατά την παιδική μας ηλικία), την ιδιοσυγκρασία μας (τα έμφυτα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μας), τον τρόπο που έχουμε επιλέξει να προσαρμοζόμαστε στο περιβάλλον μας και τις αξίες που έχουμε υιοθετήσει για τη ζωή μας.
Το θέμα είναι πως, αν και έχουμε πολύ διαφορετικό τρόπο σκέψης μεταξύ μας, πολλές φορές κάνουμε ένα κοινό λάθος. Πιστεύουμε πως αυτό που σκεφτήκαμε αντιπροσωπεύει εξ ολοκλήρου, ή σχεδόν εξ ολοκλήρου, την πραγματικότητα και δεν βλέπουμε τις σκέψεις μας ως υποθέσεις. Έτσι, διαστρεβλώνουμε την πραγματικότητα και δεν εξετάζουμε άλλα πιθανά ενδεχόμενα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα, το περιστατικό που σας ανέφερα. Σε αυτό, και οι δυο μας αντιδράσαμε συναισθηματικά μπροστά στο γεγονός: την «εξαφάνιση» του φίλου μας, χωρίς να ψάξουμε να βρούμε δεδομένα που να επιβεβαιώνουν ή να απορρίπτουν τις σκέψεις μας. Για παράδειγμα, κανείς μας δεν σκέφτηκε πως μπορεί κάτι άλλο να συμβαίνει. Ίσως ο φίλος μας να δουλεύει πολύ τελευταία και να μην έχει χρόνο. Πιο απλά, η πραγματικότητα κάποιες φορές μπορεί να συμπίπτει με τις δικές σας σκέψεις, άλλες φορές με τις δικές μου, κι άλλες φορές να είναι εντελώς διαφορετική από ότι φανταστήκαμε και οι δύο.
Χρειάζεται, λοιπόν, να θυμόμαστε τη διαδρομή που προηγείται της συμπεριφοράς μας, δηλαδή να θυμόμαστε πως δεν είναι τα γεγονότα που μας οδηγούν στη συμπεριφορά μας (εξάλλου δεν μπορούμε να αποκτήσουμε απόλυτο έλεγχο πάνω στα γεγονότα), αλλά οι σκέψεις που κάνουμε για αυτά τα γεγονότα – οι σκέψεις που μας έρχονται αυθόρμητα, χωρίς να τις εκτιμήσουμε – τις οποίες όμως μπορούμε, αν θέλουμε, να τις εξετάσουμε προτού τις δεχτούμε ως «αληθινές».
Καλή συνέχεια