Ο χρόνος κυλά στην κλεψύδρα για μια μονομερή επέμβαση των ΗΠΑ στη Συρία, έχοντας τις ευλογίες της γαλλικής κυβέρνησης, μετρά αντίστροφα σύμφωνα με τις τελευταίες δηλώσεις του αμερικανού προέδρου οι οποίες έλαβαν χώρα σε κομβικό χρονικό σημείο, στα πλαίσια της συνάντησης του με τους ηγέτες της Λιθουανίας, της Λετονίας και της Εσθονίας ώστε να διαφανεί η διεθνής στήριξη στο εγχείρημά των ΗΠΑ (από χώρες πρώην «δορυφόρους» της Ρωσίας, η οποία σθεναρά αρνείται την συμμετοχή της σε μια πιθανή επιχείρηση κατά της Συρίας).
Στις δηλώσεις του ο Μπαράκ Ομπάμα, επιχειρώντας να κατευνάσει την αμερικανική κοινή γνώμη, δήλωσε ρητώς ότι θα είναι μια περιορισμένη επιχείρηση, αν και «δεν έχει λάβει την τελική απόφαση για τη Συρία», και όχι ένας πόλεμος όπως στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Κατηγορηματικά ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα τιμωρήσουν υποδειγματικά το καθεστώς Άσαντ γιατί προέβη στη χρήση χημικών όπλων ακόμη και κατά αμάχων και «κούνησε το δάχτυλο» στα Ηνωμένα Έθνη για αδυναμία απάντησης μπροστά στη παραβίαση των διεθνών κανόνων από την Συρία. Η Συρία απ’ την άλλη, δηλώνει έτοιμη «ανά πάσα στιγμή» για μία επίθεση κατά της επικράτειάς της από τις δυτικές δυνάμεις και διαψεύδει ως αβάσιμες τις κατηγορίες του υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζον Κέρι, για χρήση χημικών όπλων.
Στη Γερμανία η καγκελάριος Μέρκελ καταδικάζει τη στάση της Ρωσίας και της Κίνας, υποδεικνύοντας ότι τέτοιες ενέργειες στο συριακό σκηνικό υπονομεύουν την ισχύ του ΟΗΕ. Ωστόσο, συμφώνησε στο ότι η Συρία πρέπει «να πάρει το μάθημά της», αποκλείοντας όμως μία γερμανική συμμετοχή σε πιθανή στρατιωτική επέμβαση στη Συρία. Ενώ το παγκόσμιο πολιτικό καζάνι βράζει, οι επιθεωρητές του ΟΗΕ αναχώρησαν από τη Συρία με τα δείγματα που συγκέντρωσαν, για την ανάλυση των οποίων μπορεί να απαιτηθούν δύο εβδομάδες ή και περισσότερο.
Ποιες όμως είναι τελικά οι πραγματικές αιτίες μιας εμπλοκής της Δύσης στην Ανατολή ;
Μια προσεκτική ανάλυση της διεθνούς κατάστασης καταδεικνύει ότι το εγχείρημα για επέκταση στην Ανατολή, πέρα από τον προφανή επικίνδυνο χαρακτήρα του, είναι πάνω απ’ όλα ένα εγχείρημα πλήρους απόγνωσης. Είναι αδιανόητο να διακυβεύεται ένας ψυχρός ή πυρηνικός πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ. Τότε, λοιπόν, γιατί κινδυνεύει η παγκόσμια ειρήνη; Γιατί είναι ανίκανοι να αντιληφθούν τα ολέθρια αποτελέσματά της πολιτικής τους;
Αν εξετάσουμε προσεκτικά την υπάρχουσα κατάσταση θα διαπιστώσουμε ότι :
Η πολυπόθητη απάντηση εδράζεται στο ότι οι αποφάσεις ελήφθησαν με παρωπίδες, αγνοώντας την έκταση που θα αποκτούσαν σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι δυτικές χώρες πλήττονται από μια οικονομική κρίση. Με σημείο εκκίνησης την δεκαετία του ’70 τα κέρδη μειώθηκαν, η παραγωγή περιορίστηκε, η μακροχρόνια ανεργία κάλπασε με ανεξέλεγκτους ρυθμούς, ενώ το βιοτικό επίπεδο παρήκμασε. Η τάση αύξησης του ΑΕΠ στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες είναι αρνητική από την εποχή της μεγάλης ύφεσης του 1973-75.
Η Δυτική Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική χαρακτηρίζονται από μακροχρόνια οικονομική στασιμότητα. Οι θέσεις εργασίας και τα επίπεδα διαβίωσης καταρρέουν στις καπιταλιστικές οικονομίες χωρίς προοπτική για υψηλή ανάπτυξη. Στη μεταπολεμική περίοδο, οι δυτικές χώρες πραγματοποίησαν αλματώδεις προόδους. Μεγάλοι αριθμοί εργαζομένων απέκτησαν αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο. Στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις βασίλευε η ευημερία, και πολλοί άγγιξαν την πολυτέλεια .
Όμως, είναι πια προφανές ότι η περίοδος χάριτος έχει λήξει. Η μεγάλη «καπιταλιστική επανάσταση» αντικαταστάθηκε από τον «άγριο καπιταλισμό». Η οικονομική και κοινωνική κρίση δεσπόζει σήμερα στις δυτικές χώρες. Στην Ευρώπη, το κράτος πρόνοιας δέχεται πρωτοφανές πλήγμα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα φτωχά στρώματα πνίγηκαν από επιθετικά και εγωπαθή επιχειρηματικά κίνητρα.
Το δυτικό σύστημα κατρακυλά σε μια άβυσσο οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης. Η απάντηση λοιπόν στο γιατί επιχειρείται να τιμωρηθεί η «άτακτη» Συρία είναι φυσικά το συμφέρον των δυτικών δυνάμεων, οι οποίες έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για την εξασφάλιση του μέλλοντος των χωρών τους και την έξοδο από την παρατεταμένη παρακμή και κρίση σε μια στρατηγική εκμετάλλευση της Ανατολής, ώστε να κινητοποιηθεί ο μοχλός μιας παγκόσμιας ανάπτυξης. Θεωρούν λοιπόν πως, παρά το ριψοκίνδυνο εγχείρημα, τα οφέλη θα είναι πολύ μεγάλα για να δειλιάσουν σε ένα ενδεχόμενο ψυχρού ή πυρηνικού πολέμου.
Το κρίσιμο ζητούμενο είναι : οι κοινωνίες θα συναινέσουν σε μια ριψοκίνδυνη σύγκρουση ανατολής-δύσης και έναν ενδεχόμενο πυρηνικό πόλεμο με αμφισβητούμενες οικονομικές απολαβές σε μια έκταση γης;
Η απάντηση θα δοθεί προσεχώς!
Η Ηλιάνα Νικολοπούλου είναι τελειόφοιτη του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.