Και γιατί μιλώ για επιστροφή στα ψηλά τακούνια; Μα, επειδή ο αγαπημένος Ισπανός Πέδρο Αλμοδόβαρ είχε να καταπιαστεί αρκετά χρόνια με μελόδραμα γυναικείων χαρακτήρων και ιστορίες μητέρας-κόρης όπως ήταν για παράδειγμα το ‘’Volver’’ (2006) που χάρισε και μια υποψηφιότητα α’ γυναικείου ρόλου στη Πενέλοπε Κρουζ ή τα ‘’Ψηλά τακούνια’’ (1991) που έπαιζε με τους κανόνες του είδους αποσπώντας δυο εκπληκτικές ερμηνείες από τις Βικτόρια Αμπρίλ και Μαρίσα Παρέδες.
Σε γενικές γραμμές, οι φίλοι του σκηνοθέτη γνωρίζουν ότι είναι από αυτούς που έχουν ασχοληθεί συστηματικά με τη γυναικεία ψυχοσύνθεση ακόμα και μέσα από τις ξέφρενες κωμωδίες του (‘’Γυναίκες στα πρόθυρα νευρική κρίσης’’, ‘’Η Πέπη, η Λούσι, η Μπομ και τ’ άλλα κορίτσια’’). Βέβαια, δεν είναι λίγοι εκείνοι που απόρησαν με την επιστροφή του στη χοντροκομμένη κωμωδία το 2013 με το ‘’Δεν κρατιέμαι’’, μια εντελώς ακομπλεξάριστη σάτιρα και σίγουρα ένα διάλειμμα που ο ίδιος φάνηκε να ευχαριστήθηκε πολύ.
Η Έμμα Σουαρέζ είναι η Χουλιέτα, μια κλασική φιλόλογος μέσης ηλικίας που ετοιμάζεται να φύγει στην Πορτογαλία με το σύντροφό της Λορέντζο (στο ρόλο ο Ντάριο Γκραντινέτι που ήταν έξοχος και στο ‘’Μίλα της’’ του Αλμοδόβαρ). Λίγες μέρες πριν την αναχώρηση, η Χουλιέτα θα συναντήσει στο δρόμο μια παλιά φίλη της κόρης της, Αντία, η οποία (κόρη της) αρνείται να επικοινωνήσει μαζί της πάνω από μια δεκαετία. Μαθαίνει ότι τώρα ζει μάλλον στην Ελβετία και έχει τρία παιδιά. Οι ελπίδες της ότι ίσως επικοινωνήσει μαζί της αναζωπυρώνονται κι έτσι η Χουλιέτα εγκαταλείπει τα σχέδια για την Πορτογαλία και νοικιάζει διαμέρισμα εκεί που έμενε πριν χρόνια με την κόρη της. Παράλληλα παίρνει την απόφαση να γράψει ένα μακροσκελές γράμμα στο οποίο θα εξιστορεί όλα τα γεγονότα από τη στιγμή που γνωρίστηκε με τον πατέρα της Αντία, Χοάν.
Αυτή είναι και η στιγμή κατά την οποία ξεκινά ένα φλας μπακ με την Αντριάνα Ουγκάρτε να υποδύεται τη Χουλιέτα σε νεώτερη ηλικία. Παράλληλα με το μελόδραμα, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ, αναπτύσσει και ένα χιτσκοκικό ύφος, πράγμα που διαφαίνεται τόσο από τους χώρους που επιλέγει να στήσει την πλοκή του (π.χ τρένα) όσο και από τα κάδρα του, τα κοστούμια και φυσικά κάποιους μυστηριώδεις β’ ρόλους με κορυφαίο αυτό τον έξοχο ρόλο μιας οικονόμου που κρατά για την παλιά του γνώριμη, Ρόσι Ντε Πάλμα. Ούτως ή άλλως, ο Αλμοδόβαρ είναι από εκείνους τους δημιουργούς που ξέρουν να μας προσφέρουν στέρεους χαρακτήρες, που νομίζουμε βλέποντας την ταινία ότι τους γνωρίζουμε για πολλά χρόνια. Το ίδιο καλογραμμένοι είναι και οι χαρακτήρες εδώ και ειδικότερα εκείνος της κεντρικής ηρωίδας που γνωρίζουμε σε διάφορες φάσεις της ζωής της.
Συν τοις άλλοις, σεε αυτό το ρόλο της Χουλιέτα εντοπίζονται και κάποιες σημαντικές αναφορές στην κλασική φιλολογία (με την οποία έτσι κι αλλιώς ασχολείται η ηρωίδα) και κυρίως σε δύο σκηνές. Αρχικά στη σκηνή όπου η Χουλιέτα εξηγεί σε μαθητές της την έννοια της θάλασσας στην ομηρική ‘’Οδύσσεια’’ αλλά και προς τη μέση της ταινίας σε κάποιο διάλογο που γίνεται έμμεση αναφορά στο μύθο των Επιμηθέα και Προμηθέα φέρνοντας στο νου μας το χωρίο του πλατωνικού έργου ‘’Πρωταγόρας’’. Όσον αφορά τις ηθοποιούς, πέραν της Ουγκάρτε ξεχωρίζει η Ίνμα Κουέστα (την είδαμε φέτος και ως Νύφη στον ενδιαφέροντα ‘’Ματωμένο Γάμο’’) στο ρόλο της Άβα και ειδικά στις σκηνές που έχει στο τελευταίο μέρος της ταινίας ενώ δεν μπορέσαμε να μη σταθούμε και στο υπέροχο πρόσωπο της Μαριάμ Μπασίρ που κρατά ένα μικρό ρόλο.
Εν ολίγοις, έχουμε να κάνουμε με ένα δράμα γυναικείων χαρακτήρων σαν αυτά που μόνο ο Ισπανός σκηνοθέτης μπορεί να φτιάχνει. Μια ταινία καθηλωτική μέχρι την τελική σκηνή της.