Για τον πλούτο της Ελληνικής γης έχουν ειπωθεί πολλά εδώ και χρόνια. Υπάρχουν φρούτα όμως που ίσως να μην γνωρίζουμε όλοι για την ύπαρξη τους. Τα τελευταία χρόνια, οι αυξημένοι ρυθμοί της ζωής μας και η διατροφή μας οδήγησε σε μια στροφή του κόσμου προς τα super-foods. Στη λίστα με όλα τα υπόλοιπα ας προσθέσουμε και ένα φρούτο που θεωρείται “εξωτικό” αλλά μπορεί κάποιος να το συναντήσει σε κάποια Ελληνικά νησιά. Ο λόγος για την Guava.
Το φρούτο, γνωστό ως Γκαβάφα στα Ελληνικά, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στο ευρύ κοινό αφού καλλιεργείτε συστηματικά μόνο από περίπου 10 παραγωγούς στη Λέρο και σε μικρότερη κλίμακα σε Κω, Άνδρο και Σαλαμίνα. Η καταγωγή του φρούτου είναι από το Μεξικό και κάποιος μπορεί να δοκιμάσει διαφορετικές ποικιλίες στις χώρες της Νοτίου Αμερικής και ιδιαίτερα στα νησιά της Καραϊβικής. Το ταξίδι της Γκαβάφας για την Ευρώπη όμως ξεκίνησε κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας όπου οι Πορτογάλοι εξερευνητές την μετέφεραν από τη Λατινική Αμερική, την καλλιέργησαν και ακολούθως την έκαναν γνωστή στους λαούς της Ευρώπης. Για πρώτη φορά το φρούτο αυτό καλλιεργήθηκε στη Λέρο περίπου κατά τη δεκαετία του ’50 αφού την μετέφεραν Αιγύπτιοι που διατηρούσαν καλοκαιρινές κατοικίες στο νησί.
Το φρούτο Guava θεωρείται πολύ καλός σύμμαχος για την υγεία και μια άριστη επιλογή για ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο. Η φλούδα του φρούτου, που συνήθως από κάποιους αφαιρείται λόγω της ξινής γεύσης της, είναι πλούσια σε φυτικές ίνες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε δίαιτες αφού ρυθμίζει τον μεταβολισμό και είναι πολύ ισχυρό αντιοξειδωτικό. Είναι αυξημένη η περιεκτικότητα σε βιταμίνες Α, Β1, Β2, Β3, φιλικό οξύ, κάλιο, μαγνήσιο, ασβέστιο, Ω3 και Ω6 λιπαρά. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο όμως είναι ότι ένα και μόνο φρούτο Γκαβάφας περιέχει τετραπλάσια ποσότητα βιταμίνης C συγκριτικά με ένα πορτοκάλι. Έτσι καταρρίπτουμε το μύθο που θέλει το πορτοκάλι να είναι η πλουσιότερη πηγή αυτής της βιταμίνης. Συνοπτικά, η θρεπτική του αξία μπορεί να συγκριθεί με ένα ακτινίδιο.
Το δέντρο καρποφορεί για πολύ λίγο χρονικό διάστημα, συνήθως ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο μέχρι και τα τέλη Οκτωβρίου, καθιστώντας έτσι το φρούτο περιορισμένης κυκλοφορίας. Αυτός είναι και ένας λόγος που το φρούτο σε όλες του τις μορφές μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα σπάνιο παραδοσιακό έδεσμα. Μπορεί κάποιος να το γευτεί νωπό ή σε μορφή φυσικού χυμού και να απολαύσει το έντονο χαρακτηριστικό του άρωμα και γεύση. Στα Λέρο όμως μπορεί να το συναντήσει κάποιος και σε άλλες μορφές όπως είναι η μαρμελάδα ή το γλυκό του κουταλιού.
Το γλυκό του κουταλιού είναι ένα καθαρά Ελληνικό κέρασμα, όταν όμως αυτό έχει να κάνει με ένα φρούτο εξωτικό τότε ο συνδυασμός είναι εντυπωσιακός και ικανός να εκπλήξει ευχάριστα όποιον είναι σε θέση να τον δοκιμάσει. Θα μπορούσε να αποτελέσει ένα δώρο ή ένα κέρασμα που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα ακόμα και για τους Έλληνες που δεν το γνωρίζουν. Δεν είναι λίγοι άλλωστε αυτοί που το επιλέγουν για το γάμο τους ή για μπομπονιέρα βάφτισης. Γιατί τελικά υπάρχουν γλυκά του κουταλιού που αξίζει όλοι να δοκιμάσουμε!
