Δεν αντέχω άλλο αυτή τη λέξη, ειδικά στα κείμενα μου, γράφω «κρίση» και με βαριέμαι κι εγώ η ίδια. Πόσο γραφικό έχει πλέον καταντήσει, πόσο βαρετό, πόσο «στανταράκι», πόσο της μόδας, μπορώ να πω. Είναι μόνιμη δικαιολογία, είναι παντού, αν δηλώσεις ευτυχισμένος είσαι σίγουρα από άλλο πλανήτη – Τι εσύ δεν περνάς κρίση; Εσύ που κάθεσαι στην παραλία, με ένα καφέ στο χέρι, και που τελικά διάλεξες τα βότσαλα αντί για ξαπλώστρα (δεν είναι καιρός για σπατάλες), δε νιώθεις άσχημα, δε βλαστημάς για τη μαύρη σου τη μοίρα;
Είναι οι μέρες τέτοιες, που λίγο ο ήλιος, λίγο η ανεργία, λίγο που όντως οι ξαπλώστρες στοιχίζουν 4 ευρώ, έχουμε τρομερή όρεξη για γκρίνια και για καβγάδες. Βασικά, η γνώμη μου είναι πως γκρινιάζεις ή μαλώνεις, όταν έχεις αρκετό ελεύθερο χρόνο για να μπαίνεις στη διαδικασία. Παίρνοντας παράδειγμα από τον εαυτό μου, όταν έχω μαγείρεμα, ή διάβασμα, ή είμαι στο γραφείο, το τελευταίο που σκέφτομαι είναι να μπω στη διαδικασία ενός καβγά. Εάν όμως στην επιχείρηση σου πχ δεν έχεις πλέον τόση δουλειά, ούτε πολλές μύγες να σκοτώσεις, ή αν ακόμη χειρότερα πχ δεν έχεις καθόλου δουλειά, τότε έχεις άνετα ένα 24ωρο για να τα αναλύσεις όλα στο μυαλό σου, να θυμώσεις με τα πάντα, και να κρατήσεις μούτρα σε όλους.
Θυμώνω που οι γύρω μου έχουν τόση ενέργεια να σπαταλήσουν στο να αναλύουν συνεχώς όλα τα προβλήματα της χώρας, ή του τόπου τους, ή του πορτοφολιού τους αλλά καμία διάθεση να προσπαθήσουν, απλά, να κάνουν τη δουλειά τους όσο καλύτερα γίνεται. Πόσο παραδεισένια θα ήταν όλα, εάν ο καθένας μας φρόντιζε να κάνει το «σωστό»; Όχι το «παραπάνω», απλά το σωστό. Θυμώνω να βλέπω χωρισμούς και μιζέριες σε σπίτια που παλιότερα επικρατούσε αγάπη, επειδή πλέον δεν υπάρχουν χρήματα. Καταλαβαίνω το να μην υπάρχει όρεξη για έρωτες και λουλούδια, όταν όντως το άγχος για το μέλλον κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι με εσένα και τον/την σύντροφο σου, αλλά η αγάπη; Η αγάπη σου τέλειωσε μαζί με τα ευρώ; Διότι, με το φτωχό μου το μυαλό, σκέφτομαι πως η γιαγιά μου πέρασε έναν πόλεμο, αλλά ακόμη πλένει της κάλτσες του παππού μου. Δεν τον έδιωξε επειδή δεν είχε πια «κότερο να την πάει μια βόλτα».
Εν κατακλείδι, το ερώτημα έγκειται στο εξής: Θα βγάλουμε σωστό το λαό που λέει πως «τα χρήματα δεν φέρνουν την ευτυχία» ή την Τζούλια που τόνισε – κάνοντας τα λεγόμενα της πράξη βεβαίως βεβαίως – πως «στόχος είναι τα λεφτά»; Χρησιμοποιώντας λοιπόν την υπερβολή για να «ταρακουνήσω» κάποιους, ίσως τελικά να έρθει ξανά εκείνη η μέρα που τα 4 ευρώ για ξαπλώστρα να μη σου φαίνονται πολλά, να παραγγέλνεις και freddo άμα λάχει. Θα είναι εκείνες οι καλύτερες μέρες που όλοι αναμένουμε, που πλέον η μιζέρια θα έχει μεταφερθεί σε άλλο κόσμο και άλλα σπίτια ως δια μαγείας. Και εμείς θα έχουμε πάλι χρήματα και κότερα και καμπριολέ. Αλλά σκέφτηκες ποτέ τη πιθανότητα, εκείνη την καλύτερη μέρα που τόσο αναμένεις, σε αυτή τη ξαπλώστρα (σαν θρόνο που κέρδισες πάλι), να υπάρχει το κατάλοιπο και η συνέπεια των μαύρων τούτων ημερών… Να κάθεσαι μόνος;