Είναι σαφώς ο πιo cool, ο πιo αποστασιοποιημένος, ο πιo «μπον βιβέρ», ο πιό κομψός, ο πιο μεγάλος (σε ηλικία) από τους Rolling Stones και είναι η τζαζ συνιστώσα (για να χρησιμοποιήσω μια λέξη του συρμού) του συγκροτήματος. Ο μουσικός που έρχεται από ένα άλλο σύμπαν αλλά κάνει τη δουλειά τόσο αξιόπιστα και με τόση συνέπεια όσο κανένας άλλος. Ο Charlie Watts δεν είναι μόνο ένας άψογος ντράμερ, για τους Rolling Stones, είναι και καταλυτική παρουσία, είναι και συνεκτική ύλη για να μπορεί τώρα το συγκρότημα να γιορτάζει 50 χρόνια ζωής. Και με αφορμή τις επερχόμενες εμφανίσεις του γκρουπ στο Glastonbury και στο Hyde Park (όπου έχουν να παίξουν από το 1969) αλλά και την περιοδεία τους στις ΗΠΑ, ο Charlie Watts μιλάει -για όλους και για όλα- στον Guardian, σε μία πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη από την οποία σταχυολογούμε χαρακτηριστικά σημεία και ουσιαστικές παρεμβάσεις και θέσεις. Και είναι ένα άτομο που δεν μιλάει και πολύ συχνά:
Για το Glastonbury:
«Δεν θέλω να το κάνω. Δεν μου αρέσει να παίζω σε εξωτερικούς χώρους και σίγουρα δεν μου αρέσουν τα φεστιβάλ. Πάντα πίστευα πως δεν έχουν να κάνουν με το παίξιμο. Το να παίζω είναι κάτι σαν μία ενασχόληση, ένα χόμπι για το Σαββατοκύριακο. Αυτός είναι ο τρόπος που μεγάλωσα κι αυτή είναι η άποψη μου. Όταν όμως είσαι σε μία μπάντα είσαι υποχρεωμένος να κάνεις τα πάντα και παντού, ακόμη κι όταν διαφωνείς. Αλλά το Glastonbury… Είναι μία παλιά ιστορία… Όλο αυτό το hippy πράγμα… Δεν είμαι και πολύ φίλος της hippy φιλοσοφίας, άσε που τα ρούχα τους είναι χάλια… Από τότε ήταν.
Το χειρότερο πράγμα, όταν παίζεις σε ανοιχτό χώρο και είσαι ντράμερ, είναι όταν φυσάει αέρας. Τα πιατίνια κουνιούνται και άντε να παίξεις…»
Για τον Brian Jones:
«Αν σοκαρίστηκα; Με τον θάνατο του; Όχι. Ήταν πολύ λυπηρό αλλά όχι αναπάντεχο. Ήταν αναμενόμενο με όσα του συνέβαιναν. Ήταν πολύ άρρωστος και σε κάποιες περιοδείες πραγματικά τον κουβαλούσαμε. Ήμασταν πολύ νέοι και δεν καταλαβαίναμε τι πήγαινε λάθος με αυτόν. Υπέφερε συνεχώς από ένα τρομερό άσθμα, έπινε αφάνταστα πολύ όταν ήμασταν στο δρόμο και έμπλεξε με τα ναρκωτικά πριν από οποιονδήποτε άλλον στο γκρουπ. Η ερώτηση μετά τον θάνατό του ήταν: ‘’Συνεχίζουμε;’’»
Για παλιούς και νέους συνεργάτες που έπαιξαν μαζί τους πρόσφατα στη συναυλία της O2 Arena:
«Ο Mick Taylor είναι ένας απίστευτος μουσικός και νομίζω πως κάναμε την καλύτερη μουσική μας όταν είχαμε τον Mick. Ήταν σπουδαία που τον είχαμε στο live στο Ο2, όπως και τον Bill Wyman. Το λάτρεψα. Ήμασταν επίσης τυχεροί που είχαμε και τον Jeff Beck γιατί είναι ένας μουσικός φαινόμενο. Όσο για τους νεότερους… Η Florance ήταν εντάξει. Και η Lady Gaga ήταν πράγματι ένα καλό «παιχνίδι» αλλά έχει περισσότερο να κάνει με το εγγόνι μου παρά μ’ εμένα».
Για τον Mick Jagger:
«Αυτός είναι το σόου στην πραγματικότητα. Εμείς απλώς τον σαπορτάρουμε κι αν ο ήχος δεν είναι καλός, ο Mick δεν θα χορέψει καλά. Αυτό δεν είναι έτσι με πολλές μπάντες γιατί ο τραγουδιστής απλώς στέκεται εκεί μπροστά. Πρέπει να φροντίζουμε λοιπόν να γίνεται η δουλειά σωστά. Δεν εννοώ απαραίτητα ένα άψογο παίξιμο αλλά να είμαστε αποτελεσματικοί. Τα υπόλοιπα… Τι φοράμε, τα φώτα, το σόου είναι φρου-φρου… Αυτό που κάνουμε στην πραγματικότητα είναι να παίζουμε τα τύμπανα ή την κιθάρα».
Για την τρέχουσα μουσική πραγματικότητα:
«Δεν παρακολουθώ πια. Νομίζω πως η πραγματικότητα με ξεπερνάει. Δεν καταλαβαίνω τι γίνεται. Κάναμε δύο καλά καινούργια τραγούδια κι απλώς κατέληξαν σαν συμπλήρωμα σε μία συλλογή. Δεν ξέρω αν έχει νόημα να κάνουμε κάτι καινούργιο, δεν έχουμε κάτι στα σκαριά. Κάναμε έναν καινούργιο δίσκο πριν από την προηγούμενη παγκόσμια περιοδεία μας και δεν ξέρω αν πούλησε. Όπως λέει και ο Mick, το κάνουμε για να μην παίζουμε κάθε βράδυ μόνο το: «Brown Sugar». Όταν ήμουν νέος υπήρχε πραγματικό ενδιαφέρον για τη μουσική. Ξέραμε τον καινούργιο δίσκο του Miles Davis, του Duke Ellington, μας ενδιέφερε να τον ακούσουμε. Δεν ξέρω αν υπάρχει αυτό πια».
Η συνέντευξη του ντράμερ του συγκροτήματος, στην Guardian. Από tospirto