Ενώ είμαι επιτέλους διακοπές, πήγα να ξεκινήσω κείμενο ταξιδιωτικό για το νομό Χανίων που επισκέφθηκα φέτος. Στην αρχή είπα να ξεκινήσω εκφράζοντας την αγάπη μου για το μαγικό αυτό νησί που βρέχεται από το Λιβυκό και το Κρητικό πέλαγος, αλλά μου φάνηκε τόσο μεγάλη κοινοτοπία. Νομίζω πως όλοι όσοι με ξέρουν –ή με έχουν διαβάσει έστω- έχουν πια εμπεδώσει πόσο πολύ αγαπώ την Κρήτη, αφού τα τελευταία τέσσερα χρόνια την επισκέπτομαι ανελλιπώς.
Αφού απέρριψα αυτή την αρχή, σκέφτηκα να γράψω για διάφορες συζητήσεις που είχα με ξεχωριστούς Κρητικούς. Κάθε λέξη που ανταλάσσεις μαζί τους είναι μία εμπειρία ζωής από μόνη της. Τελείωσα μάλιστα και το βιβλίο του Χαρούκι Μουρακάμι «Ο άχρωμος Τσουκούρου Ταζάκι και τα χρόνια του προσκυνήματός του» στα Χανιά και προς τα τελευταία κεφάλαια ο ήρωας βρίσκεται στο Ελσίνκι και παρατηρεί πως οι Φινλανδοί που γνωρίζει πάντα έχουν μία θυμοσοφία να ανταλλάξουν μαζί του, κάτι που συχνά παρατηρείς και στους μεγαλύτερους σε ηλικία Κρητικούς.
Να, ας πούμε, ένα μεσημέρι, βρεθήκαμε να κάνουμε μπάνιο σε μια πανέμορφη παραλία λίγο μετά το Καστέλλι Κισάμου στον δρόμο μας για το Ελαφονήσι κι ο καπετάν Φειδίας μας προσκάλεσε να πιούμε μια τσικουδιά και να ανταλλάξουμε μερικές λέξεις μεταξύ αγνώστων ταξιδιωτών, κάτι πολύ σύνηθες για τους φιλοπερίεργους Κρητικούς. Μας μίλησε για την οικογένειά του -6 παιδιά κι 8 εγγόνια, όλα στην Κρήτη μόνιμα-, για την μικρή του Παράδεισο, θυμίζοντας λέξεις καζαντζακικές, που την ανακάλυψε στον χανιώτικο κολπίσκο, όπου έφτιαξε και την ταβέρνα του με το όνομά του, και για το πόσο νιώθει πως οι Κρητικοί «έχουν ψυχή», χωρίς ίχνος περιαυτολογίας. «Κι οι Πόντιοι έτσι είναι, έχουν κι αυτοί ψυχή, γι’αυτό οι Κρητικοί τα πάνε καλά μαζί τους, συνεννοούνται» συνέχισε, όταν του είπα πως δεν είμαι Κρητικιά, όπως νόμιζε στη αρχή, αλλά Πόντια από την μεριά της μαμάς μου.
Αλλά, όχι. Νομίζω το πιο σημαντικό που πρέπει να ειπωθεί, είναι πως ο ελληνικός τουρισμός φέτος, εν έτει 2015, δεν υπάρχει. Απλά έχει εξαλειφθεί. Έπειτα από την επιβολή των capital controls υπήρξε ραγδαία ακύρωση στα ξενοδοχεία και μόλις από την τελευταία εβδομάδα άρχισαν οι επισκέπτες να ξεθαρρεύουν Και το παράπονο είναι έκδηλο σε όλους τους ξενοδόχους και ιδιοκτήτες ταβερνών, η πλειοψηφία τους γεμάτοι ασφυκτικά κρατήσεων δωματίων και τραπεζιών, με το 99% φυσικά από ξένους. Εμείς ήμασταν το 1% Ελλήνων. Ακόμα και στις παραλίες, οι ξαπλώστρες είναι ως επί τω πλείστον γεμάτες από Ιταλούς, Γερμανούς, Βέλγους, Ρώσους –αν και φέτος όχι και τόσο πολλούς, όσο τα προηγούμενα χρόνια- κι αρκετούς από σκανδιναβικές χώρες.
Το Ελαφονήσι, μία από τις πιο όμορφες –εάν όχι η πιο όμορφη- παραλίες στον Νομό Χανίων, ήταν γεμάτο από κόσμο σε σημείο να μην μπορείς να βρεις να αφήσεις τα πράγματά σου, μήτε να παρκάρεις εάν χρησιμοποίησες αυτοκίνητο για να την προσεγγίσεις ή θέση στο λεωφορείο εάν έφτασες με αυτό. Το Κεδροδάσος δε μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά γεμάτο από κατασκηνωτές με ελεύθερο κάμπινγκ –εκεί για να λέμε κι αλήθειες οι Έλληνες ήταν κάπως περισσότεροι. Αλλά και πάλι οι ελληνική γλώσσα ωχριούσε ,προστά στις ξένες. Αυτό όμως δεν συνέβαινε μονάχα σε μέρη τόσο τουριστικά. Κι άλλα ακόμα μικρότερα χωριά δούλευαν αποκλειστικά με τουρίστες. Μόλις μπαίναμε και χαιρετούσαμε στα Ελληνικά διακρίναμε ένα βλέμμα ξαφνιασμού. Καστέλλι, Κολυμπάρι, Φαλάσαρνα, Αφράτα, Άπτερα είναι μερικά χωριά στα οποία θα δει κανείς να τρώνε και να κάνουν βόλτες ως επί τω πλείστον ξένοι τουρίστες.
Από τη μία, μπρος στη θέα αυτής της κατάστασης δεν γίνεται να μην σκεφτείς πως ευτυχώς η «βαριά βιομηχανία» μας που λέγεται ελληνικός τουρισμός επιβιώνει κι ας κινδύνεψε σημαντικά. Κι ας έπονται πολύ μεγαλύτερα προβλήματα με τις πιο πρόσφατες αυξήσεις στον ΦΠΑ. Οι ιδιοκτήτες ταβερνών ακόμα δεν μπορούν να φανταστούν πώς θα είναι τα πράγματα με το που τελειώσει η high season διακοπών και το καλοκαίρι. Από την άλλη δεν μπορεί να μην σε θλίβει το γεγονός πως οι Έλληνες φέτος αναζητούνται στα ελληνικά νησιά. Οι περισσότεροι γνωστοί μου εκτάκτως ακύρωσαν προγραμματισμένες διακοπές ή περίμεναν μέχρι τελευταία στιγμή να δουν εάν θα σταθεροποιηθεί η κατάσταση στη χώρα για να τολμήσουν να σχεδιάσουν ακόμα και κάποια διήμερη εξόρμηση. Και μόνο ελάχιστπι εν τέλει πραγματοποίησαν κάποιο ταξίδι.
Αλλά για να είμεθα κι ακριβοδίκαιοι, δεν γίνεται να μην σε θυμώσουν και οι τιμές πολλών ξενοδοχείων, που φαντάζουν να μην έχουν συναίσθηση πως πρέπει να απευθύνονται και στον μέσο Έλληνα, πληγέντα από την κρίση. Χώρια που όπως ενημερώθηκα, οι ένοικοι ακόμα και υπερπολυτελέστατων, 5 άστερων ξενοδοχείων, κλείνουν από χώρες του εξωτερικού πακέτα all inclusive με πολύ διαφορετικές τιμές από όσο κάποιος που θα αναζητήσει το ίδιο κατάλυμα από την Ελλάδα. Με αυτή την λογική η μικρή νησιώτικη ταβέρνα είναι καταδικασμένη να αυξάνει τις τιμές της για να μπορέσει να βγάλει κέρδη ακόμα κι όταν οι πελάτες της θα μειωθούν. Φαύλος κύκλος με άλλα λόγια.
Οι διακοπές στην Ελλάδα μπορεί να έγιναν ένα πετυχημένο θέμα στις διαφημιστικές καμπάνιες του εξωτερικού και φαινομενικά ακόμα και φέτος παρά τη δύστηνη κατάσταση της χώρας να αυξάνεται ο τουρισμός στα ελληνικά νησιά όσο περνούν οι μέρες, όμως δεν γίνεται να εθελοτυφλούμε. Το πρόβλημα αγγίζει τεράστιες διαστάσεις, οι Έλληνες δεν ταξιδεύουν γιατί δεν βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στην ίδια τους τη χώρα να κάνουν οικονομικές διακοπές. Κι αν μία φορά σε αυτό φταίνε οι «κακοί Ευρωπαίοι», αυτοί αποτελούν μονάχα το δέντρο. Μέσα στο δάσος κρύβεται κι η ελληνική νοοτροπία γρήγορου κι εύκολου κέρδους. Είμαστε εχθροί του εαυτού μας, εντός κι εκτός των θαλασσινών υδάτων…