«Ρατσισμός είναι η αντίληψη ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, διακρινόμενοι είτε από το χρώμα του δέρματος, είτε από την εθνικότητα, είτε από τη θρησκεία κλπ.»
Εν έτη 2013 είναι απορίας άξιο, πώς συνεχίζει να υπάρχει το φαινόμενο του ρατσισμού. Για να γίνω πιο σαφής, πλέον δεν ζούμε σε σπηλιές, δεν κατοικούμε σε κάστρα… Σε απλά Ελληνικά Δευτέρας Δημοτικού, γνωρίζουμε πως είμαστε όλοι άνθρωποι. Σωστά;
Χωρίς να παραθέτω πολιτικό κείμενο, ούτε καν σχολιασμό για τα προσφάτως τεκταινόμενα, η απορία που μου γεννιέται σχεδόν καθημερινά είναι το γιατί ο καθείς δεν κοιτάζει την καμπούρα του. Υπάρχει μια διαδεδομένη προκατάληψη για τον ρατσισμό, που κάνει πολλούς να τον θεωρούν βλαβερό μόνο για τα θύματά του. Ο ρατσισμός, όμως, είναι Λερναία Ύδρα και δεν βλάπτει μονάχα τους υποτιθέμενους κατώτερους, βλάπτει εξίσου, και καμιά φορά περισσότερο, τους υποτιθέμενους ανώτερους.
Είναι αλήθεια πως οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα δεν αλλάζουν εύκολα. Πρόκειται για μια εικόνα στο κεφάλι μας, μια γενίκευση που κατασκευάζουμε και αποδίδουμε σε κάθε άτομο που αναγνωρίζουμε σαν «διαφορετικό». Παρατηρώ βλέμματα και κινήσεις, και ακούω σχόλια από άτομα που δεν έχουν αυτογνωσία ή είναι αμαθείς ή ανόητοι (ακόμα κι αν είναι αμαθείς ή ανόητοι, εμείς τους αγαπάμε, γιατί δεν είμαστε ρατσιστές).
Το ζητούμενο όμως βρίσκεται στο γεγονός πως αυτά τα σχόλια/βλέμματα δεν προέρχονται μόνο από παππούδες – που μπορεί όντως να ζούσαν σε κάστρα – αλλά και από νέους ανθρώπους. Ο ρατσισμός αυτών δεν πηγάζει μόνο από τη φυλετική διάκριση, αλλά και από την αντίληψη πως ό,τι είναι διαφορετικό, αναγνωρίζεται αυτόματα ως ξένο και κακό.
Η έννοια του ανθρώπου, ως μια γενική ταυτότητα, εξαλείφεται μέσω της κατηγοριοποίησης σε συγκεκριμένες ομάδες που δεν αποτελούνται μόνο από άτομα διαφορετικής εθνότητας, αλλά ακόμη και φύλου, οικονομικής κατάστασης, επαγγελματικής ιδιότητας κ.α. Υπάρχουν, βέβαια, και στρατηγικές. Τα μέλη μιας ομάδας «υψηλού κύρους» προασπίζονται συνήθως την κοινωνική τους ταυτότητα, υπερτονίζοντας τις διαφορές με τις κατώτερες κοινωνικές ομάδες. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, ο στιγματισμός των «άλλων» αποτελεί την προσφιλέστερη στρατηγική διατήρησης μια θετικής εικόνας του εαυτού.
Φυσικά, είναι λογική και καθολική στους ανθρώπους η επιθυμία να αποκτήσουν και να διατηρήσουν μια αποδεκτή κοινωνική ταυτότητα. Αυτό που στοχοποιώ όμως, είναι ο δρόμος που επιλέγει κάποιος και τα μέσα που χρησιμοποιεί για να εξυψώσει το εγώ του. Το να είναι δηλαδή κάποιος ρατσιστής, αμαυρώνοντας ό,τι βρίσκεται εκτός συνόρων του «γνωστού» γύρω του, θεωρώ παρά τα φαινόμενα, πως καλλιεργείται από άτομα που νιώθουν κατώτερα και όχι το αντίθετο.
Σύμφωνα με την αρχή του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου, η άσκηση της ανεκτικότητας δεν είναι ανοχή της κοινωνικής αδικίας ούτε παραίτηση από προσωπικές πεποιθήσεις. Σημαίνει απλά, πως ο καθένας δικαιούται να επιλέξει ελεύθερα τις πεποιθήσεις του και δέχεται ότι κάθε άλλο άτομο έχει την ίδια ελευθερία. Σημαίνει αποδοχή του γεγονότος ότι τα ανθρώπινα όντα, που χαρακτηρίζονται εκ φύσεως από ποικιλία στην εξωτερική τους εμφάνιση, στους τρόπους έκφρασης, στις συμπεριφορές και τις αξίες τους, έχουν το δικαίωμα να ζουν ειρηνικά και να είναι αυτό που πιστεύουν, αυτό που θέλουν, αυτό που είναι.