Ο μιστερ Bader είχε τραυματιστεί τόσο σοβαρά από θραύσματα στον πόλεμο που κατάφερε να ζήσει για πέντε χρόνια ακόμα. Το 1922, η οικογένεια του άτυχου Bader, θα έμπαινε σε πολλά οικονομικά δεινά χάνοντας τον προστάτη της. Ο γιος του άτυχου ταγματάρχη κινδύνευε να μην πάει ούτε σχολείο μια και η μητέρα του δεν μπορούσε να πληρώσει. Η μανούλα του, δεν ήταν και τόσο υποδειγματική μανούλα, παίρνοντας στο καπάκι έναν κύριο για σύντροφο και στέλνοντας το παιδί της να το μεγαλώσουν οι παππούδες. Ο πιτσιρικάς όμως, ήταν άσος στα σπορ –ειδικά στο ράγκμπι- και από κει κέρδισε μια υποτροφία για την Σχολή St. Edward στην Οξφόρδη.
Όταν λοιπόν ο Ντάγκλας (Douglas Robert Steuart Bader), ο πιτσιρικάς που λέγαμε, πήγε στην Οξφόρδη συνέχισε να επιτυγχάνει τις ίδιες εξαιρετικές επιδόσεις τόσο στα μαθήματα όσο και στα αθλήματα κερδίζοντας κιόλας σε έναν διαγωνισμό που τον έφερε στο Κολέγιο Κράνγουελ της Βασιλικής Αεροπορίας (RAF). Εκεί, βρήκε το στοιχείο του. Έχοντας συμπληρώσει μόνο λίγες ώρες μαθημάτων πτήσης κατάφερε ο παλαβιάρης να παίρνει το αεροπλάνο και να πετάει μόνος του. Ξετσουτσούνισε γρήγορα μια και είχε επικίνδυνα ανταγωνιστική φύση.
Η RAF δεν μπορούσε να μην δεχτεί στους κόλπους της ένα τέτοιο ιπτάμενο τσακαλάκι και το 1930 τον κάλεσε. Τον Δεκέμβριο του 1931 έχοντας συμπληρώσει 18 μήνες πτήσης, εκεί που έκανε κάτι αεροπλανικά επίδειξης σε χαμηλό ύψος, το αεροπλάνο του συνετρίβη. Ο Ντάγκλας βρισκόταν μέσα στο φλεγόμενο αεροσκάφος – το οποίο βέβαια είχε γίνει μια μάζα από λαμαρίνες- όταν τον ανέσυραν ευτυχώς ζωντανό. Αφού λοιπόν τον μετέφεραν στο νοσοκομείο οι γιατροί αναγκάστηκαν να του ακρωτηριάσουν τα πόδια, το ένα λίγο πάνω από το γόνατο και το άλλο κάτω από αυτό. Ήταν αδύνατον να τα σώσουν. Ο Ντάγκλας που ήταν μόνο 21 ετών έπαθε σοκ. Η RAF δεν μπορούσε να τον κρατήσει φυσικά στην κατάστασή του και έπιασε δουλειά στην πετρελαϊκή εταιρεία Shell. Ε, τώρα τι αεροπλάνο να πετάξει χωρίς πόδια θα λέγανε στην RAF…
Όταν όμως το 1940 η Μεγάλη Βρετανία θα ξεκινούσε πόλεμο με την Γερμανία, που διέθετε την καλύτερη ίσως αεροπορία του πλανήτη, υπήρχε άμεση ανάγκη από πιλότους.
Ένας λοιπόν σημαντικός πτέραρχος άλλαξε λιγουλάκι τους κανονισμούς της Αεροπορίας σχετικά με το προσωπικό και έτσι ξαφνικά ο Ντάγκλας έγινε και πάλι δεκτός στην RAF με τα δύο τεχνητά μέλη στα κάτω άκρα που του είχαν τοποθετήσει πριν τον διώξουν.
Η Πολεμική Αεροπορία γρήγορα θα αντιλαμβανόταν ότι ο πιτσιρικάς διέθετε σε μυαλό ότι του στέρησε η τύχη στα πόδια. Παίρνοντας το αεροπλάνο του τον Μάιο του 1940 πέταξε πάνω από την Γαλλία και κατέρριψε ένα μαχητικό και ένα βομβαρδιστικό. Σχεδόν αμέσως πήρε προαγωγή και ανέλαβε την διοίκηση μιας Μοίρας η οποία είχε χάσει την μισή της δύναμη στις αερομαχίες με τραγικές συνέπειες στο ηθικό των πιλότων της. Παίζει να του δώσανε από τις χειρότερες μονάδες της αεροπορίας.
O 30χρονος πήρε την Μοίρα και τσακώθηκε ακόμα και με τους ανωτέρους του για να την εξοπλίσουν με τα κατάλληλα όπλα. Στις 30 Αυγούστου του 1940, όταν οι Γερμανοί πολιορκούσαν την Μεγάλη Βρετανία με χιλιάδες αεροπλάνα που άδειαζαν τις βόμβες τους στα κεφάλια των Βρετανών, η Μοίρα του Ντάγκλας βγήκε παγανιά. Σε μια έξοδο κατάστρεψε 11 εχθρικά αεροπλάνα ενώ ο ίδιος ο Ντάγκλας έριξε 2.
Μέχρι τον Αύγουστο του 1941 ο Ντάγκλας είχε ρίξει 23 αεροπλάνα των Γερμαναράδων κερδίζοντας την 5η θέση στους πέντε καλύτερους πιλότους της Βρετανίας. Το 23 όμως θα ήταν αριθμός που δεν θα ανέβαινε. Στις 9 Αυγούστου (1941), το αεροπλάνο του Ντάγκλας χτυπήθηκε πάνω από την Γαλλία και ο άτυχος πιλότος πέφτοντας με το αλεξίπτωτο έχασε το ένα του τεχνητό μέλος… άσχημα τα πράγματα.
Για καλή του τύχη τον περισυνέλλεξαν και τον συνέλαβαν οι Γερμανοί οι οποίοι του φέρθηκαν πολύ καλύτερα απ’ ότι θα φερόταν ο ίδιος σε μαύρους λίγα χρόνια αργότερα καθότι μέγας ρατσιστής.
Ο Ντάγκλας όμως έπεσε σε κατάθλιψη, ο «καημένος», γιατί τον κατέρριξε υπαξιωματικός και όχι αξιωματικός όπως ήταν ο ίδιος. Δεν μπορούσε να δεχτεί ότι τον νίκησε κατώτερός του. Ο άνθρωπος ήταν τόσο εγωπαθής και ανταγωνιστικός που κάποτε είχε χτυπήσει με αεροβόλο στο κεφάλι τον αδελφό του. Δεν σήκωνε και πολλά.
Εν πάση περιπτώσει οι Γερμανοί τον έβαλαν να κάνει βόλτα με ένα γερμανικό αεροπλάνο ενώ ζήτησαν μια μικρή ανακωχή με την αντίπαλο Αγγλία για να μεταφερθεί από εκεί ένα καινούργιο τεχνητό μέλος στον ανάπηρο αξιωματικό. Οι συμπατριώτες του Ντάγκλας δεν δέχτηκαν αλλά σε μια επιδρομή πέταξαν ένα δεματάκι στους Γερμανούς που είχε μέσα το τεχνητό πόδι του φίλου μας.
Για τα υπόλοιπα 3,5 χρόνια του πολέμου, ο Ντάγκλας την πέρασε αιχμάλωτος αλλά σαν άρχοντας, σε έναν γερμανικό πύργο στο Colditz αν και αποπειράθηκε να δραπετεύσει με την βοήθεια μιας Γαλλιδούλας νοσοκόμας αλλά τζίφος.
Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στην Shell, ασχολήθηκε με την ενίσχυση των αναπήρων, χρίστηκε ιππότης και υποστήριζε δημοσίως ηλίθιες ιδέες όπως το Απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, να ανέβουν [οι μαύροι] στα δέντρα στις ζούγκλες τους, να σταματήσει η μετανάστευση στην Βρετανία και να επαναφερθεί η θανατική ποινή.
Όταν μεταπολεμικά τον φιλοξένησαν οι Γερμανοί πιλότοι της Μοίρας που τον είχε καταρρίψει μπαίνοντας στο δωμάτιο που ήταν όλοι μαζεμένοι αναφώνησε «Θεέ μου δεν είχα ιδέα ότι αφήσαμε τόσους πολλούς μπάσταρδους από εσάς ζωντανούς».
Άραγε, αν δεν είχε χάσει τα πόδια του θα του είχε μείνει κανένα ίχνος ευαισθησίας για τους συνανθρώπους του ή η αναπηρία του υπενθύμιζε μερικές φορές ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι και πάνω απ’ όλα εχθροί.