Φουσκωτό σκάφος που μπάζει νερά και βουλιάζει η Ελλάδα μου… λαθρομετανάστης στο όνειρο εγώ να πνίγομαι σε μια φουρτούνα από προβλήματα καθημερινότητας… Νιώθω τρόμο και πανικό… νιώθω τα πνευμονία να γεμίζουν νερό λασπωμένο… λάσπη και βρωμιά… καταιγίδα να γίνομαι που δεν ξεσπά πουθενά….και σωσίβιο σωτηρίας κάνεις να μην ρίχνει! Αρπάζομαι από όπου βρω… από καμιά νεύρωση έμμονη και ένοχη… ζω σε ένα τσουνάμι που λέγεται Ελλάδα και με πετά στα βαθιά να με τρώει ο πόνος και η ξενιτιά ενός έρωτα για έναν τόπο που αγαπώ μα δεν με αγαπά… Με έναν τόπο που νομίζω ώρες ώρες ότι με μισεί και με βασανίζει άνευ λόγου και αιτίας…. Μα δες με Ελλάδα μου… εγώ είμαι το κοριτσάκι που φορούσα πλισέ μπλε φούστα και κορδέλα λεύκη στα μαλλιά να απαγγέλλω ποιήματα για εσένα να χορεύω το χορό του Ζαλόγγου και να κοιτώ ψηλά έναν ήλιο ηλιάτορα… Εγώ είμαι που η μάνα μου με έτρεχε μωρό ασαράντιστο στο πολυτεχνείο πριν γίνει από γαρύφαλλο πλαστικοποιημένο λουλούδι επετείου και μνήμης… Εγώ είμαι που σου κατάθεσα δάφνινο στεφάνι στο Γυμνάσιο πριν κάψεις το στεφάνι του γάμου μου σε μια Δραπετσώνα χωρίς αύριο… Κοιμήθηκα κορίτσι με μια Οδύσσεια να με ταξιδεύει και ξύπνησα γυναίκα σε έναν τόπο φτιαγμένο από πλεξιγκλάς με φεστιβάλ νεολαίας , αποκεντρώσεις μπλε και πράσινη ανάπτυξη, Ξηρό και Τρόικα, πολιτιστικά πανηγύρια και μια οικονομία να τρέμει σαν ζελέ σε μια τσόντα 9 1/5 εβδομάδες… Θέλω να ξανακοιμηθώ… Οδυσσέα έλα και πάρε με πάλι σε μια Ιθάκη με έναν τυφλό ποιητή που γραφεί ιστορία… πριν τυφλωθώ εγώ βγάζοντας μονή τα ιμάτια μου πάλι…. ρίχνοντας ψήφο εμπιστοσύνης σε αυτούς που μόλυναν τον αέρα την θάλασσα και την καρδιά όσων πίστεψα… Σώστε με… κάποιος… κάπου… πνίγομαι… βουλιάζω όχι στο Φαρμακονήσι μα στα φαρμάκια… Βοήθεια… κάποιος… Θέλω να μην βουλιάζω πια… στον τόπο μου!