Το σήμα της ΕΡΤ έχει ήδη κοπεί από το προηγούμενο βράδυ και ο κόσμος που συγκεντρώθηκε μέσα σε ελάχιστες ώρες μπροστά από το κτήριο της, στη Μεσογείων ολοένα και αυξάνεται. Έχει ξεκινήσει να βρέχει, μα κανείς δεν πτοείται. Μονάχα τραγουδούν ανεμίζοντας κάποιοι από αυτούς σημαίες, κυρίως κομμάτων μα και συνθημάτων υποστήριξης.
Στα μεγάφωνα ακούγεται η φωνή της Φωτεινής Δάρρα που τραγουδάει με τη συνοδεία οργάνων. Προχωρώ προς την είσοδο του κτηρίου. Σηκώνω το κεφάλι μου να κοιτάξω τα παράθυρα. Σαστίζω από το θέαμα. Κόσμος κρεμασμένος στα παράθυρα σε όλους τους ορόφους κοιτάζει εμάς που έχουμε συγκεντρωθεί και ολοένα αυξανόμαστε σε αριθμό. Παρατηρώ και ένα πανό που έγραφε ‘Οι εργαζόμενοι του ALTER…’ Δεν μπορούσα να διακρίνω τη συνέχεια όμως. Παρόλα αυτά, και οι απολυμένοι του alter βρέθηκαν εκεί για συμπαράσταση.
Με δυσκολία από τον κόσμο, ανεβαίνω τις σκάλες και μπαίνω μέσα. Το θέαμα δεν διέφερε ιδιαιτέρως, άλλοι συνομιλούσαν σε μικρές ομάδες άλλοι κάθονταν, άλλοι πήγαιναν πέρα-δώθε, άλλοι φωτογράφιζαν. Από δίπλα μου πέρασαν μία γυναίκα και ένας άντρας που συνομιλούσαν στα γαλλικά, ο άντρας έλεγε στη γυναίκα να φωτογραφίσει το χώρο. Αστυνομία πουθενά. Κάμερες άλλων καναλιών επίσης πουθενά. Σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή πως ήταν απολύτως λογικό. Απεργούσαν σε συμπαράσταση και εκείνοι. Ξεκίνησα να ανεβαίνω τις σκάλες για να φτάσω στον πρώτο όροφο. Εκεί αντίκρισα δημοσιογράφους και εργαζόμενους να περνούν και να κατευθύνεται ο καθένας με γρήγορους, ζωντανούς ρυθμούς, προς τις δουλειές τους. Ξαφνικά, πέρασα δίπλα από μια αίθουσα. Με τράβηξε η μελωδική φωνή της Δάρρα. Προχώρησα και μπήκα μέσα σε έναν χώρο, όπου μουσικοί παίζανε υπό τη συνοδεία μαέστρου και η Φωτεινή Δάρρα τραγουδούσε οικείους σκοπούς. Υπήρχε κόσμος συγκεντρωμένος με δάκρυα στα μάτια και κάμερες επίσης που τραβούσαν τη συναυλία που είχε στηθεί και την πρόβαλλαν τόσο στον προαύλιο χώρο, όσο και στους δέκτες της ΝΕΤ, που εξέπεμπε πλέον από συγκεκριμένες συχνότητες και κανάλια. Κάθισα μερικά λεπτά παρατηρώντας όλους όσοι είχαν συγκεντρωθεί εκεί. Ποικίλες ηλικίες. Από απλούς νέους, μέχρι και ηλικιωμένους. Ποικίλες ιδιότητες. Από φοιτητές, μέχρι εργαζόμενοι, δημοσιογράφοι, άντρες γυναίκες, απλοί συμπαραστάτες, φωτογράφοι… Κάπου στο χώρο είδα και το συνθέτη Δημήτρη Παπαδημητρίου.
Όταν η Φωτεινή Δάρρα τελείωσε το τραγούδι της, και σηματοδοτήθηκε έτσι και η λήξη της μίνι-συναυλίας που είχε στηθεί, το χειροκρότημα που ακούστηκε ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ασταμάτητα με βουρκωμένα μάτια οι παρευρισκόμενοι χειροκροτούσαν και φώναζαν τη λέξη ‘Δημοκρατία’ με σθένος… Βγήκα συγκινημένη και συνέχισα την περιπλάνησή μου. Πέρασα από γραφεία με τηλεοράσεις που έδειχναν τι μετέδιδε το δελτίο που συνέχιζε να εκπέμπει. Πέρασα από παράθυρα, για να δω και από τη μέσα πλευρά κόσμο να κάθεται και να κοιτάζει, καπνίζοντας ταυτόχρονα αμέτρητα τσιγάρα. Παρατηρώντας τα πρόσωπά τους, με μια θλίψη ζωγραφισμένη, μα όχι τόση ώστε να παραδίδουν τα όπλα, είδα πως είχε πια νυχτώσει και ο μαζεμένος κόσμος είχε σχεδόν διπλασιαστεί! Αποφάσισα να βγω κι εγώ έξω. Καθώς κατευθυνόμουν στις σκάλες, άκουσα συνομιλία δημοσιογράφων που έψαχναν με τι θα συνεχιζόταν η συναυλία που είχε μόλις τελειώσει. Κυρίως νέος κόσμος βρισκόταν καθισμένος στους διαδρόμους.
Κατέβηκα πάλι στο ισόγειο. Στο χώρο του κυλικείου υπήρχε μια μεγάλη τηλεόραση που μετέδιδε τι συνέβαινε στο στούντιο, στην αίθουσα σύνταξης και φυσικά και έξω. Βγήκα πάλι, για να ακούσω αυτή τη φορά να τραγουδάει ο Βασίλης Λέκκας. Η βροχή είχε δυναμώσει αρκετά, μα ο κόσμος αυξανόταν. Χειροκροτήματα κάθε φορά που τελείωνε ένα τραγούδι ακούγονταν, και όσο τραγουδούσε ο Λέκκας, οι φωνές των παρευρισκόμενων γίνονταν ένα με τη δική του.
Πέρασε αρκετή ώρα. Οι τραγουδιστές εναλλάσσονταν με ομιλίες εμψύχωσης και ξανά πάλι από την αρχή, κόντευε πια μεσάνυχτα, μπήκα ξανά μέσα στο κτήριο και ανέβηκα στον δεύτερο όροφο προς την αίθουσα σύνταξης. Βλέποντας τους πλέον απολυμένους δημοσιογράφους να εργάζονται με αμείωτο ενδιαφέρον, μια συγκίνηση με κατέκλεισε. Ακόμη γελούσαν, ακόμη ήταν γεμάτοι ζήλο και αγάπη για τη δουλειά τους, που τόσο άδικα τους στερούσαν. Κανείς δεν τους υποχρέωνε να βρίσκονται στις θέσεις τους, και όμως εκείνοι συνέχιζαν τη δουλειά τους.
Εκείνη τη στιγμή, πάνω σε μια συνομιλία έμαθα για τις δηλώσεις του Σαμαρά που είχαν γίνει πριν λίγη ώρα. Πώς να μην σε κατακλίσει η οργή, μπροστά σε τέτοια κενοδοξία; Οι δημοσιογράφοι, αν και απογοητευμένοι απολύτως από τα τεκταινόμενα, δεν έχαναν το κουράγιο τους. Με αυτοσαρκασμό για την απόλυσή τους, χαμογελούσαν και έλεγαν ‘Δεν πειράζει, τουλάχιστον υπάρχει η υποστήριξη του κόσμου..’ Λίγο αργότερα βρέθηκα στο χώρο όπου γινόταν η ρύθμιση των βίντεο που παίζονται, των θεμάτων που προβάλλονται κλπ. Εκεί η εργασία τους ήταν εντονότατη, κανείς δεν τα παρατούσε, κανείς δεν σταματούσε, δούλευαν με τεράστιο ενδιαφέρον. Είχα δει όλα όσα έπρεπε. Πλησίαζε μία και άρχισα να κατευθύνομαι προς την έξοδο. Όπως έμαθα, πολλοί θα έμεναν μέχρι το ξημέρωμα εκεί.
Στους διαδρόμους του ισογείου κάθονταν νέοι κυρίως. Το τοπίο θύμιζε άστεγους μα με μια ιδιαίτερη τρυφερότητα. Δεν βρίσκονταν εκεί από ανάγκη, μα από ελεύθερη βούληση… Βγήκα από το κτήριο. Ο κόσμος είχε φανερά αυξηθεί κατά πολύ. Όλοι σχεδόν βρίσκονταν εκεί. Σημαίες του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΜΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ακόμη και του ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ. Και άλλες που δεν μπορούσα να διακρίνω τι έγραφαν από το σημείο όπου βρισκόμουν. Στην έξοδο μύριζε ζεστό σουβλάκι που πουλούσαν αυτοσχέδια κιόσκια που είχαν στηθεί. Κοίταξα για μια τελευταία φορά πίσω μου το κτήριο της ΕΡΤ. Το τοπίο θύμιζε ταινίες του παρελθόντος, με επαναστάσεις και ιστορικά γεγονότα που τότε, όταν συνέβαιναν, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την εξέλιξή τους, ή την τομή που θα αποτελούσαν στην ιστορία.
Συμβαίνει άραγε κάτι παρόμοιο και τώρα;